έχε το νου σου στο παιδί..




Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

You Are So Beautiful...

Κατακόκκινα χέρια

Όταν με πλησίασες
Στην άκρη της λίμνης, πετούσα στρογγυλές πέτρες
Xαμογέλαγα με τις μπουρμπουλήθρες...
Μία δύο..
Μία, δύο, τρεις
Μία, δύο, τρεις τέσσερις….yesssss
Αιχμηρές πέτρες να πετάς στη λίμνη, μου είπες
Εκεί είναι το θαύμα
Σφάζουν τα χέρια, ματώνουν το νερό, σου είπα
Άπλωσες τα δικά σου χέρια
Κατακόκκινα


Ειρήνη


Ήταν μια όμορφη γυναίκα
Κάθονταν σ’ ένα παγκάκι, δίπλα στη θάλασσα
Τα μαλλιά της σκέπαζαν την πλάτη της
Το αεράκι τα ανέμιζε. Αυτή κάθε λίγο με θηλυκές κινήσεις του χεριού της, σαν να τα χτένιζε, τα άπλωνε ξανά στη πλάτη της
Αγνάντευε μακριά το γαλάζιο, αφημένη
Άνοιξε την τσάντα της, πήρε ένα κοκαλάκι
Μάζεψε τα μαλλιά της και τα έδεσε
Ήταν μια πασχαλίτσα
Την πλησίασα, είπα γεια και κάθισα δίπλα της
Είπε γεια
Ανάμεσα μας ένα βιβλίο. Η ιστορία μιας γέννας.
Μείναμε εκεί να αγναντεύουμε την απεραντοσύνη, έναν αιώνα.  
Είχε τη μεγαλύτερη συλλογή από κοκαλάκια, να δένει κάθε φορά
τα μακριά της μαλλιά.
Και μια μεγάλη καρδιά. Το αγαπημένο της κοκαλάκι.
Το όνομα της ήταν Ειρήνη.


Για φαντάσου

Η πολιτεία να γέμιζε χαμόγελα, έτσι στα ξαφνικά
Η θλίψη και ο πόνος ως δια μαγείας να εξέλειπαν
Τα όνειρα με μιας να άνθιζαν, όπως η Άνοιξη το πρωί
Οι  πόλεμοι κάθε λογής να σταμάταγαν, τιμής ένεκεν
Για φαντάσου
Οι άνθρωποι να περπατούσαν γυμνοί στον ήλιο
Κι ο ήλιος να ήταν χάδι.
Οι νύχτες έναστρες με λέξεις από φως
Αν όλοι οι άνθρωποι αγάπαγαν όπως εσύ
Και τα κοράκια από πάνω μας ν’ άσπριζαν  ξαφνικά
Για φαντάσου
Ένα φως στο τούνελ
Ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στον πάγο
Μια όαση στην έρημο
Μια χρυσή λίμνη στο βουνό
Για φαντάσου
Οι μετανάστες  στην παρέα μας να πίνουν κόκκινο κρασί
Οι άστεγοι στο σπίτι μας να μένουν
Τον Λειβαδίτη να απαγγέλει στίχους
Κι ένα φεγγάρι ολόγιομο
Για φαντάσου
Όλους εμάς που χαθήκαμε
Πάλι να ξαναβρεθούμε
Τόσες αγκαλιές, τόσα φιλιά
Τόση αγάπη
Για φαντάσου
Τη ζωή χωρίς θάνατο
Εγώ κι εσύ μαζί 
Κι όλοι οι αγαπημένοι μας μαζί.
Για φαντάσου
Τη ζωή, για τη ζωή.


Σην αγκαλιά του κόσμου.

Έρχεσαι πάντα, όταν λιγοστεύει ο κόσμος μου,
να μου δείξεις την απεραντοσύνη του

Όταν γίνομαι μοναχικό δέντρο, αποκαμωμένο
απ' την ορμή του χειμώνα

Αγκαλιάζεις με τα άγια χέρια σου, τον κορμό μου
κοίτα πως ζωντανεύουν τα φύλλα μου

Τραγουδάς
κοίτα πόσο αγαπώ τα τραγούδια των ανθρώπων

Αναστενάζεις
απλώνεις εσύ μονάχη την άνοιξη, μες το χειμώνα

Κρατώ στα κλαδιά μου την ανάσα
της ψυχή σου

Όλη η φουρτούνα της θάλασσας
ηρεμεί

Βαρκούλα μικρή  Εσύ
κρατώ γερά τα κουπιά της

Σπασμένα φτερά του Γκιμπράν στους ώμους μου,
πετώ με τα δικά σου
Αιώνια στιγμή το φιλί σου
ανασαίνω στην αγκαλιά σου
Σην αγκαλιά του κόσμου.
 

Γράμματα

Θες να χορέψουμε
μες τη βροχή
να φοράς εκείνο το διάφανο φόρεμα της νιότης
θέλω να δω γυμνό το σώμα  σου
μες τη βροχή.
Μη φοβάσαι δεν θα κρυώσεις,
θα είμαι πιο ζεστός
κι απ' τη βροχή.


Στιγμή

Ένα καρυδότσουφλο στη λίμνη των ματιών σου
κόκκος άμμου στο περιγιάλι σου
ένα  κοκαλάκι στα μαλλιά σου
-άρωμα γης μετά τη βροχή.
Ψίχα της μεταλαβιάς σου
στιγμούλα στο μονοπάτι σου
φύλλο κιτρινισμένο στον αέρα σου
συλλαβή στα όνειρα σου.
Πόσο ασήμαντος  νοιώθω, την ώρα που ακούω
την μελωδία,
-όταν ανοιγοκλείνουν τα βλέφαρα των ματιών σου.
Πόσο σημαντικός νοιώθω, όταν καίω στη φωτιά σου,
έχοντας παραισθήσεις,
ότι δήθεν ζεσταίνω τα χεράκια παιδιών του δρόμου.


Μορφή

Ήταν ο πιο γλυκός Σεπτέμβρης
Τα μαλλιά της τα έλουζε το φως
Το φεγγάρι, κοινός τόπος ονείρων
Ασήμιζε τα ακροδάχτυλα των χεριών της
Τα οδοφράγματα στήνονταν παντού
Οι ειδήσεις έρχονταν, μαύρες σαϊτιές
Η χώρα αργοπέθαινε
Ο κόσμος μπουλούκια στους δρόμους
Μάζευε ιστορίες για ένα βαρύ χειμώνα.
Τα σταφύλια της οργής, τα καταλάγιαζε η μορφής της
Το γέλιο της γάργαρο νερό
Τα μάτια της φεγγοβολούσαν τη νύχτα
Ήταν η πιο όμορφη γυναίκα
πάνω στη γη.
Ειρήνη και Ελπίδα μαζί.


Ο δρόμος

Mετά ο δρόμος έγινε δύσβατος, τα πόδια μας βάραιναν,
τα χέρια μας μάτωναν, η ανάσα μας  ακούγονταν δυνατά,
τόσο, που ούρλιαζαν πλάι μας οι λύκοι,
δεν φοβηθήκαμε,
ανταλλάξαμε τις καρδιές μας και συνεχίσαμε.

Είχαμε στο νου μας τις παγίδες, προχωρούσαμε σιγά,
πόσοι και πόσοι δεν τσακίστηκαν μες τα σκοτάδια,
πόσοι δεν έφτασαν ποτέ πριν τον θάνατο.

Από μακριά μπερδεμένες φωνές προγόνων,
πέρασαν κάποτε απ’ τον ίδιο δρόμο,
άλλοι δείλιασαν και γύρισαν πίσω,
άλλοι τράβηξαν μπροστά χωρίς να μετράνε
τον φόβο,
δίχως νερό στα παγούρια τους,
με ξερό στόμα, κόκκινα μάτια απ’ την αγρύπνια
των ονείρων,
σκεπάζονταν με κίτρινα φύλλα
τις κρύες νύχτες,
αγκαλιαζόταν με τ’ αστέρια
να ζεσταθούν .

Απλώθηκε ένα κόκκινο φεγγάρι καταμεσής στον ουρανό,
πήραμε χρώμα και συνεχίσαμε,
σαν  να περπατούσαμε  πάνω σε σύννεφα,
απαλά.
μην μας ακούσουν τα θηρία.

Πιαστήκαμε με τα χέρια,
μη χαθούμε.
Ήμασταν τόσο σίγουροι πια.


Στην κορυφή μαγεμένα

Γιατί μεγάλωσε η ομορφιά πάνω σου
Η ομορφιά έχει ρίζες, όπως τα δέντρα
Ανθίζει σαν την άνοιξη
Έχει παρελθόν, όπως η παράδοση
Έχει μέλλον, όπως η αγάπη
Έχει μεγάλα μάτια, όπως Εσύ
Πλαταίνει το χαμόγελο
Όπως το ποτάμι της νιότης συναντά τη θάλασσα
Αποκτά σοφία, όπως ο χρόνος
Δημιουργεί ιστορία, όπως ο αγώνας
Για ένα πιο δίκαιο κόσμο
Είναι κατάκτηση
Σαν την ελευθερία
Είναι δέσμευση, όπως ο όρκος
Γίνεται πάθος, όπως ο μαύρος κύκνος
Χρώματα, σαν κουρτίνες δωματίου
Οικειότητα, σαν την φιλία
Αστραπή, σαν έρωτας
Αντίσταση, σαν δίκιο
Καλοσύνη, σαν μοίρασμα
Γέλιο, σαν γιορτή
Δάκρυ, σαν συγκίνηση
Λαχτάρα, σαν φρέσκο ψωμί 
Φως, σαν την πρωινή καλημέρα
Φιλί, όπως η σμίξη των αισθήσεων
Όνειρο, σαν νησί που ταξιδεύει
Ψυχή, σαν την αιωνιότητα
Γνώση, σαν ιχνηλάτης ονείρων
Ματιά, καθρέφτης
Φιλία, μωσαϊκό
Βάθος, πίνακας ζωής
Πορεία, όπως η Οδύσσεια
Ταινία, όπως ο Κισλόφσκι
Πέταγμα, όπως του γλάρου
Συντροφικότητα, όπως το πέταγμα δυό γλάρων
Μοναδικότητα, όπως ο Άνθρωπος
Α, όπως η αρχή
Ω, όπως το τέλος
Ο, όπως η ολοκλήρωση
Υ, όπως το πολύτιμο μυστικό
Η ομορφιά μεγάλωσε, δεν είναι ποτέ όπως τότε
Ο βυθός είναι η ζωή
Άπειρα τα χρώματα
Μεγάλα τα  Ό-νειρα
Στην κορυφή μαγεμένα



Ομορφιά

Κλείνω τα μάτια μου
Μήπως και σε δω
Mε ολάνοιχτα μάτια είσαι πάντα κρυμμένη
Πίσω από της ιστορίας το ναυάγιο
Μέσα  στα είθε του μέλλοντος
Σε κλέβω μέσα σ' ένα όνειρο, μέσα σε μια ευχή
Σε κλέβω κάτω από μια λέξη
Μόνο μια λέξη
Αυτή που εκείνο το βράδυ
Δεν σου είπα
Λιγόψυχος, έσκυψα το κεφάλι
Κι έφυγα  για πάντα

η φωτογραφια απο τον κηπο μου

Να μείνω για πάντα.



απο το μπλοκ, ποιητικα,http://kostistaxithevon.blogspot.gr/




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου