έχε το νου σου στο παιδί..




Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

31 Δεκεμβριου 2010

Φεις μπουκ σε ευχαριστω για το ΔΩΡΟ που μου εκανες εδω μεσα, να γνωρισω αξιολογους υπεροχους ανθρωπους.....βρε...αν δεν ησουν εσυ, το 2010 μου θα ηταν... να πεσω απο τον τριτο!!! Και κοιτα μη με διαγραψεις και διαγραψεις αυτους που αληθινα επικοινωνω, ΤΗΝ ΕΒΑΨΕΣ!!!!
Τωρα σε ΣΑΣ φιλαρακια μου πολυαγαπημενα τι να ευχηθω....????
Τα ειπαν ΟΛΑ τα κολληταρια μου στη σελιδα μου και στις σελιδες τους...χεχεχεχε
Πατατε οσο μπορειτε οφ στις ενημερωσεις απο το χαζοκουτο που λεγεται τιβι...αναβαθμιστε το "ΜΕΣΑ" ΣΑΣ και ....
ΤΟ ΝΟΥ ΣΑΣ στην ελπιδα που λαμπει σαν λεπίιδι, σαν δακρυ και σαν γιορτινή νιφαδα χαμογελου....(δεν ειναι δικο μου και δεν θυμαμαι ποιος τοπε ειλικρινα... το κρατησα στη ψυχη μου ομως για το 2011....)

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

ΑΓΑΠΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ για το 2012

...συνοδοιπόροι είμαστε με τον ίδιο προορισμό...

Τα είπαμε Ο λα!
Με "έρωτα και επανάσταση" μιας "άλλης ματιάς" εύχομαι για το 2012
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!!!!!!!!!!!!
ΥΓ. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία,
ή "παρηγοριά στον άρρωστο μεχρι να βγεί η ψυχή του!"
:) ♥


Η μάνα μου σήμερα, έφτιαξε μπακλαβά.
Όταν ήμουν μικρός τη θυμάμαι, σιμώνοντας Πρωτοχρονιά ν’ ανοίγει φύλλα, να σπάμε τα καρύδια, να βάζει τη γάστρα πάνω στο ταψί. Έβαζε πάντα ένα γαρύφαλλο, στο κέντρο απ΄ τα ρομβοειδή κομμάτια. Μετά να σηκώνει τη γάστρα, να δει πως ψήνεται. Να ετοιμάζει το σιρόπι, βάζοντας μέσα ζάχαρη και λεμόνι. Μετά να το χύνει στο ταψί με τον ξεροψημένο μπακλαβά. Σκέπαζε το ταψί με μια μεγάλη πετσέτα. Την άλλη μέρα ο μπακλαβάς ήταν μαλακός, έτρωγα το πρώτο κομμάτι. Η μάνα μου τότε θα ήταν τριανταπέντε  χρονών κι εγώ επτά..
Πήρε και νύχτωνε, μόλις άρχιζε να χιονίζει στο χωριό, θυμάμαι τη μάνα μου χαμογελαστή να φέρνει τον μπακλαβά μες στο σπίτι. Στο ραδιόφωνο ο Μπιθικώτσης τραγουδούσε το Γωνιά Γωνιά. Η σόμπα έκαιγε.
Το ίδιο θα έκανε και σήμερα που κοντεύει τα ογδόντα κι εγώ πέρασα τα πενήντα.
Έχω χρόνια να την παρακολουθήσω πως κάνει τις πίτες της, φορώντας την μαντίλα στο κεφάλι της, ανοίγοντας φύλλα με τον πλάστη.
Όπως τότε και σήμερα.
Κάποτε τίποτα δεν θα είναι το ίδιο.
Εύχομαι πολλά χρόνια ακόμα να φτιάχνει μπακλαβά, πριν την Πρωτοχρονιά.
Έστω και αν η ανάμνηση της γάστρας -με τ’ αναμμένα κάρβουνα και του χωριού, είναι αξεπέραστες.

 Κ.Τ

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Δεν κλαίω.....

Σε βρήκα για μια νύχτα μόνη
και πότε θα σε ξαναβρώ
η θύμησή σου με σταυρώνει
σ' ένα κατάφωτο σταυρό
η θύμησή σου με σταυρώνει
σ' ένα κατάφωτο σταυρό

Δεν κλαίω για αυτά που μου 'χεις πάρει
για αυτά που μου 'χεις αρνηθεί
μου 'χεις χαρίσει ένα φεγγάρι
γαλάζιο, ανείπωτο, βαθύ.
Δεν κλαίω για αυτά που μου 'χεις πάρει.

Στη τρυφερή σου την παλάμη
κουρνιάζουν τα χρυσά πουλιά
ποιάν αμαρτία να 'χω κάνει
και μου χουν λείψει τα φιλιά
ποιάν αμαρτία να 'χω κάνει
και μου χουν λείψει τα φιλιά

Δεν κλαίω για αυτά που μου 'χεις πάρει
για αυτά που μου 'χεις αρνηθεί
μου 'χεις χαρίσει ένα φεγγάρι
γαλάζιο, ανείπωτο, βαθύ.
Δεν κλαίω για αυτά που μου 'χεις πάρει.
Ποίηση: Γιάννης Ρίτσος
Μουσική: Μάριος Τόκας
Ερμηνεία: Θανάσης Γκαϊφύλλιας

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

...............................Χριστούγεννα Μαζί




Ήρθες μες τη βαθιά σιωπή μου και έγινες ήχος της ζωής
Ένα ταγκό των Χριστουγέννων που θα χορέψουμε μαζί
Στον ώμο σου ακουμπώ το χέρι και εσύ με σφίγγες με ποθείς
Μέσα στα είναι μας χορεύει η ανάσα τούτης της στιγμής
Τη μέση τρυφερά μου αγγίζεις στο άγγιγμα σου δες ριγώ
τα χείλη μου με νέκταρ ντύνεις και εγώ σε πίνω και μεθώ
Όσο κρατάει ένα τραγούδι , όσο κρατεί ένας χορός
Θα πιω τη γεύση της ψυχής σου και εσύ απ τα μάτια μου το φως
Όσο κρατάει ένα τραγούδι , όσο κρατεί ένας χορός
Θα ακούω την ανασαιμιά σου θα ψιθυρίζω «σ αγαπώ»
Και όταν τελειώσει ο χορός μας και τελειώσει η γιορτή
θα έχω ζήσει τη ζωή μου ολόκληρη σε μια στιγμή...



Σ' Αγαπώ


 
Ήταν στην ουρά. Άρχιζε να βρέχει. Δεν φοβάμαι τη βροχή του είπε.
Ο Πύργος του Άιφελ χθες φάνταζε Όνειρο. Όπως και το Παρίσι.
Η σκέψη να ρθουν στο Παρίσι τους γεννήθηκε την ώρα που έβλεπαν μαζί στο Ολύμπιον την τελευταία ταινία του Γούντυ Άλλεν.
Πάμε; Πάμε.



Άνεργοι και οι δυό. Οι τελευταίες οικονομίες είχαν κάνει φτερά. Χωρίς φτερά δεν πας πουθενά της είπε. Ο κόσμος μικραίνει, ίσα με τους τέσσερις τοίχους μιας φυλακής.
Μεσάνυχτα στο Παρίσι. Μετά τον σινεμά περπάτησαν στους δρόμους. Ήθελαν όμως να περπατήσουν στο Φως. Η Αθήνα τα τελευταία χρόνια είχε γίνει μια πληγή μέσα τους.
Μια πληγή μέσα τους , μια πληγή έξω. Κατέβαιναν την Ιπποκράτους, τα μισά μαγαζιά ερημωμένα, άνθρωποι, μάσκες της θλίψης, περπατούσαν αμίλητοι, την έσφιξε πάνω του. Τέλη Νοέμβρη. Μεσάνυχτα στην Αθήνα .
Σταμάτησαν μπροστά στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου, Ποιήματα  του William Butler Yeats,Τα πιο γνωστά ποιήματα του Edgar Allan Poe, ΝΙΤΣΕ Η βούληση για ισχύ και τέχνη. Μας διώχνουν τα πράγματα και η ποίηση είναι το τελευταίο καταφύγιο που φθονούμε, Καρυωτάκης της είπε. Όπως τα όνειρα. Η σειρήνα του ασθενοφόρου τους διέκοψε πάνω στο γλυκύτερο φιλί
  Ακουμπισμένος στον τοίχο ο ρακένδυτος γέρος ζητούσε -μια βοήθεια, ένα νεαρό ζευγάρι πέρασε δίπλα τους, μοσχοβόλησε το άρωμά τους. Μπήκαν στο αγαπημένο τους στέκι, μπαρ 1900. Έπαιζε το Sodade της Cesaria Evora. Ζούσαν τα χρόνια της χολέρας. Πόνος και θλίψη παντού. Το άλλοτε γεμάτο μπαράκι έπαιζε τώρα μονάχο του την Historia de un amor πάλι της Evora.Ο πίνακας με τον ξεσηκωμό των κολίγων μπροστά στα μάτια τους, τους γέμιζε κι άλλη θλίψη. Τα χρόνια που πέρασαν έμοιαζαν επικά. Τούτα ήταν τα χρόνια των αριθμών. Άνθρωποι αριθμοί στον μαυροπίνακα του σχολείου. Μια κιμωλία κι ένα σφουγγάρι.
  Γύρω στις 4 το πρωί το κρύο περόνιαζε. Τα παγκάκια της Διδότου ήταν γεμάτα από ανθρώπους που κοιμόταν σκεπασμένοι με κάποια κουβέρτα. Αισθάνθηκαν τυχεροί. Είχαν το παλιό δυάρι του πατέρα της,  να μένουν. Μπήκαν μέσα. Παγωμένο. Χώθηκαν κάτω απ’ τρεις κουβέρτες, έκαναν τρυφερά έρωτα και αποκοιμήθηκαν μέσα στη ζεστασιά τους.
Τον ξύπνησε ο ήλιος που μπήκε απ’ τις χαραμάδες, γύρω στις 9.Η μέρα δεν είχε κανένα σκοπό, κανένα όνειρο. Έριξε νερό στα μάτια του κι έβαλε το μπρίκι στην γκαζιέρα. Η Μυρτώ κοιμόταν γλυκά, δεν θέλησε να την ξυπνήσει.
Της έγραψε ένα σημείωμα:
 Σ αγαπώ. Θα τα πούμε το βράδυ. Μην ανησυχήσεις.
Βγήκε στο δρόμο. Δεν άντεχε άλλο το τίποτα. Όσες πόρτες και να χτύπησε για δουλειά, καμία δεν άνοιξε. Τα τελευταία χρήματα που είχαν, έφταναν δεν έφταναν ως το τέλος του χρόνου. Και τώρα στο μυαλό του κόλλησε και το Παρίσι. Τα πιο αλλόκοτα πράγματα στις πιο αλλόκοτες εποχές. Μέσα του ζούσε σαν μελλοθάνατος, έξω σαν άνεργος. Στη Σταδίου χώθηκε μες τη πορεία, έφθασε μέχρι το Σύνταγμα. Το πήρε απόφαση.
Όταν ο Πέτρος τα έχασε όλα, τα μόνα που πήρε απ’ το σπίτι του ήταν τα βιβλία και τα τραγούδια του. Αυτά αμπαλάρισε κι έφυγε. Τώρα στην αποθήκη του παιδικού του φίλου του Στέλιου, άνοιγε τον κρυμμένο θησαυρό του. Αύριο στην Ερμού θα τα βγάλει στο σφυρί. Ότι πιο πολύτιμο είχε.
Γυμνοί στην έρημο να αναμετρηθούμε με τη ζωή έλεγε, εξ’ άλλου. Τι απέμεινε απ’ όλα αυτά τα βιβλία, απ΄ τα ατέλειωτα νυχτέρια, απ’ όλα αυτά τα ταξίδια; Όλα πέθαιναν γύρω του, η χώρα βίωνε την πιο μαύρη εποχή στην ιστορία της. Τα όνειρα της νιότης έγιναν κουρελόχαρτα στο παζάρι της  πιο μαφιόζικης αγοραπωλησίας. Η λέξη συνείδηση είχε από χρόνια διαγραφεί. Δεν χώραγε πουθενά στο πάρε δώσε, του νεοπλουτισμού και της ευρωλαγνείας.
Στις οκτώ, ήταν πίσω.
-Ήρθα.
- Που ήσουν όλη μέρα  παιδί μου;
- Αύριο θα είμαι στην Ερμού, με το καροτσάκι του μπαμπά σου.
-Τι;
-Αυτό είναι δικό μου.
-Ποιο είναι δικό σου;
- Το τι. Θα τα σκοτώσω Όλα.
- Ποια Όλα;
-Όνειρα , ιδανικά , βιβλία…
- Γιατί; Εσύ δεν έλεγες ότι και να γίνει κανένας δεν μπορεί να μου πάρει την ψυχή;
- Όλα είναι μιας χρήσεως πια. Τίποτα δεν μένει. Τ’ακούς;  Μονάχα ο θάνατος. Κι εγώ θέλω να ζήσω, να ζήσουμε. Χρόνια ολόκληρα φέρνουμε σβούρες γύρω από άχρηστα υλικά. Κόμματα , τρύπιες σημαίες και νάιλον ιδέες….και χαζοτραγούδαγε!
Πήγα στην αποθήκη του Στέλιου. Άνοιξα τα κουτιά με τα βιβλία. Ξεχώρισα όσα είχαν αφιερώσεις στο πρώτο φύλλο. Αυτά θα τα κρατήσω. Τ’ άλλα θα τα πουλήσω. Όλα πουλιούνται. Άρα και αγοράζονται.
Τα Άπαντα του Παπαδιαμάντη, είναι τα εισιτήρια. Οι Αρχαίοι το φαγητό. Οι νέοι  τα ποτά και τα τσιγάρα.
- Δεν πεινάς;
-Όχι
- Έφαγες κάτι;
‘Όχι
- Άκουσες τι έγινε στην πορεία;
- Όχι
- Δυο νεκροί, εκατοντάδες τραυματίες, Τα ΜΑΤ έπνιξαν το κέντρο πάλι.
- Πόλεμο έχουμε.
- Ο Λουκάς πάντα χαμογελαστός.
- Ο δολοφόνος με το χαμόγελο. Τι έκανες όλη μέρα; -Κάρτες
-Τι;
Η Μυρτώ είχε φτιάξει τουλάχιστον είκοσι κάρτες. Ζωγραφιές, κλόουν με θλιμμένα πρόσωπα, πολύχρωμα μπαλόνια να πετούν στα σύννεφα, γλάροι με ανοιγμένα φτερά, χιονισμένα έλατα με κρύσταλλα στις άκρες. Καμία πάντως δεν θύμιζε γιορτές. Όλες σε γκρίζο φόντο ανέδυαν το Φως.
Ο Πέτρος αναθάρρησε.
 -Μυρτώ θα τα καταφέρουμε.



Η ουρά στον πύργο του Άιφελ ήταν μισό χιλιόμετρο. Από κοντά έμοιαζε με παλιοσίδερα. Το Παρίσι από ψηλά έμοιαζε με ζωγραφιά. Σε τρεις μέρες, είναι Χριστούγεννα.
Η πόλη του Ζαν-Πωλ Σαρτρ και της Σιμόν ντε Μποβουάρ, το Παρίσι- καταφύγιο του
Έρνεστ Χέμινγουεϊ και του F. Scott Fitzgerald, του Μαρκ Τουέιν και του Henry James, ο Σηκουάνας της αιώνιας ροής ανθρώπων και πραγμάτων, απλώνονταν σαν αραχνούφαντες αναμνήσεις από βιβλία, μουσικές ,φωτογραφίες, σαν ιστορία που έρχεται από μαγικά παραμύθια.
Ήταν απόγευμα. Το τρένο έφτασε ξημερώματα. Με το χάρτη και με το ταξί βρήκαν το σπίτι του Γιάννη. Ο Γιάννης εκ πεποιθήσεως εργένης, αριστερός δημοσιογράφος, παιδικός φίλος του Πέτρου, τους είπε πάρτε το κλειδί, το σπίτι δικό σας. Ο Γιάννης ήταν για ένα μήνα στην Ελλάδα. Τους ενημέρωσε για όλα τα σχετικά απ΄την Αθήνα πριν φύγουν. Τους μίλησε και για το Πριν την εφημερίδα που γράφει στην Ελλάδα και για την Ανταρσία που είναι υποψήφιος στις εκλογές. Έμεινε στο Παρίσι μετά τις σπουδές του, έγραψε και καμιά δεκαριά βιβλία., για το δημοτικό τραγούδι, τον Άρη Βελουχιώτη και την ποίηση του Τίτου Πατρίκιου. Το σπίτι του δεν είχε τοίχους, αλλά βιβλία και δίσκους. Ένα εργένικο δυαράκι κοντά στο Καρτιέ Λατέν,  με τους πολλούς φοιτητές και τα ατέλειωτα μπαράκια.
Στην κορυφή. Στιγμή μαγική.
Την πήρε αγκαλιά. Έδωσε τη μηχανή σ’ έναν κινέζο, να τους φωτογραφήσει. Η αριστερή όχθη του Σηκουάνα, το αριστερό μέρος του ανθρώπινου στήθους, η αριστερή αίσθηση του κόσμου. Έσμιξαν όλα μαζί σε Ένα.
Τα μάτια δεν χορταίνουν, η ψυχή φτερουγίζει. Το βροχερό Παρίσι βγαλμένο μέσα από ταινία του δικού μας Αγγελόπουλου, πλάνα αργά και διεισδυτικά, μονοπλάνα απεραντοσύνης του κόσμου.
Τα φώτα άρχισαν να ανάβουν. Το Παρίσι από ψηλά γίνεται θεαματικό. Τα Ηλύσια πεδία καταλήγουν πανηγυρικά στην Αψίδα του Θριάμβου. Κι αυτοί κατέληξαν θεαματικά στο Café des Deux Moulins, εκεί όπου γυρίστηκε η αγαπημένη τους ταινία
Amelie. Αργά τη νύχτα η Μυρτώ χορεύοντας τράβηξε τον Πέτρο στο μικρό σπιτάκι τους μιμούμενη τις κινήσεις της Αμελί. Το Παρίσι έγινε έρωτας. Σμίγει ο έρωτας, η αγάπη και τα κορμιά. Και τότε πας στην Παναγία των Παρισίων, όπως παιδί.

Το Παρίσι ήταν όμορφα στολισμένο, για τα Χριστούγεννα. Περπατούσαν στους δρόμους χωρίς προορισμό. Πέρασαν απέναντι την Pont Neuf, την πιο ερωτική γέφυρα του Σηκουάνα. Τα νερά του ποταμού ήταν θολά. Tα πρόσωπά τους έλαμπαν.
Ο Πέτρος ξαφνικά μελαγχόλησε. Στη δεξιά όχθη είδε τον κόσμο που μισούσε. Μεγαλοεταιρείες, τράπεζες, χρηματιστηριακοί οίκοι, αυτός ο εμετικός συρφετός που κυριαρχεί παντού στις μητροπόλεις. Σκέφθηκε τη χώρα του. Τον αρχιτραπεζίτη με το χαμόγελο-πως παραδόθηκε αμαχητί. Στην εποχή της δικτατορίας πολλοί Έλληνες βρήκαν καταφύγιο στο Παρίσι. Ο Μάης του 68 στη Γαλλία.
- Η χώρα μας πότε θα αναστηθεί; Είπε
- Μη χάνεις ποτέ την ελπίδα σου, του είπε η Μυρτώ και τον φίλησε τρυφερά. Ο Πέτρος την αγκάλιασε και την κοίταξε στα μάτια. Χαμογέλασε, φτερούγισε πάλι.
Βόλταραν τώρα κατά μήκος του Σηκουάνα, στην αριστερή όχθη. Στην όχθη των διανοουμένων και των καλλιτεχνών. Υγρή, κρύα μέρα, μπήκαν και χάθηκαν μέσα σε ατέλειωτους δρόμους, σε χιλιάδες λαμπάκια, σε χιλιάδες ανθρώπινες φατσούλες, οι Γάλλοι δεν είναι μόνο λευκοί όπως δείχνει η τηλεόραση.
 Η επιγραφή PERIPLE Librairie grecque.
-Πέτρο κοίτα, πάμε μέσα!
Η ώρα ήταν πέντε το απόγευμα. Ελληνικά βιβλία και έργα τέχνης. Μόλις ξεκίνησε η χριστουγεννιάτικη εκδήλωση, όπου ο καθένας διάβαζε ένα κομμάτι, από έναν αγαπημένο του συγγραφέα. Στο πατάρι ήταν γύρω στα πενήντα άτομα, έλληνες οι περισσότεροι. Ακούσθηκαν ετερόκλητα γραπτά από Παπαδιαμάντη μέχρι Πάμπλο Νερούντα και από Μπωντλαίρ μέχρι Πεσσόα.
 Η Μυρτώ διάβασε στίχους του αγαπημένου της Λειβαδίτη.

‘’Έτσι, για να μην αθετήσω την υπόσχεση μου, έπρεπε κάθε
νύχτα τώρα να ξεχνάω, σαν τους φτωχούς που είναι έτοιμοι να
δεχτούν μ΄ ένα οποιοδήποτε αντάλλαγμα - φτάνει να τους αφήσουν.
Και για τους οποίους θα γράψω κάποτε μια ιστορία τόσο τρυφερή
που δε θα βρίσκω το δρόμο’’


Ο Πέτρος δεν διάβασε τίποτα,  τη φωνή της Μυρτώς γέμιζε όλο το είναι του. Ζεστή, καθαρή, αισθαντική, σαν χαμόγελο. Γέμιζε όλο το είναι του.
Πήγε 9 όταν βγήκαν συνεπαρμένοι από την τυχαία συνάντηση ε την πατρίδα. Την  πατρίδα που ήθελαν να ξεχάσουν για λίγο, την πατρίδα που την κουβάλαγαν μέσα τους, άλλοτε σαν πληγή και άλλοτε σαν περηφάνια. Αγόρασαν το τελευταίο βιβλίο του Τάκη Θεοδωρόπουλου, η επιδημία. Ο Πέτρος της διάβασε το οπισθόφυλλο:

‘’Ήταν θεός τρίτης-κατηγορίας, κάπου τριακοστός έκτος στην κατάταξη του Δωδεκάθεου. Επέστρεψε στα μέρη μας απ' την Υποσαχάριο Αφρική, όπου τον είχαν εξορίσει οι υπόλοιποι θεοί εδώ και κάτι αιώνες γιατί τον έτρωγε η νοσταλγία. Στο έλεος του συναισθηματικού αναβρασμού -καθότι δεν του έφταναν όλα τα άλλα, ερωτεύθηκε κιόλας- απελευθέρωσε όλη του την ποιητική διάθεση,
με αποτέλεσμα να μεταδώσει στον πληθυσμό τον ιό του ατάλαντου και μέτριου λυρισμού του. Τα υπόλοιπα είναι λίγο ως πολύ γνωστά: Η ανάγκη του πληθυσμού να εκφράσει τον δικό του συναισθηματικό αναβρασμό προκάλεσε πρωτοφανείς κοινωνικές εκρήξεις και η επιδημία της ποιητικής έκφρασης, που σάρωσε τους πάντες και τα πάντα, κατέστρεψε κάθε οικονομική δραστηριότητα στη χώρα. Διότι καμιά κρίση, όσο βαθιά κι αν είναι, δεν μπορεί να σου αναιρέσει το δικαίωμα στην παρωδία.’’
Γέλασαν δυνατά, το Παρίσι ήταν πανέμορφο. Και η Μυρτώ έλαμπε.
Χώθηκαν μέσα σ’ ένα Tango Bar. Χόρεψαν με την ψυχή τους. Το δικό μας ταγκό των Χριστουγέννων, της ψιθύρισε φεύγοντας.
Επέστρεψαν σπίτι το πρωί, μεθυσμένοι.

Παραμονή Χριστουγέννων. Ο Πέτρος ξύπνησε από ένα δυνατό πόνο, χαμηλά δεξιά στην πλάτη. Ο πόνος δυνάμωνε. Κολικός νεφρού, δεν ήταν η πρώτη φορά.
-Μυρτώ, Μυρτώ..

-Σου υποσχέθηκα μια ιστορία, δεν την πρόλαβα. Με μέθυσες. Εσύ, το Παρίσι. Ήρθε κι ο κολικός. Απόψε θα ήμασταν στο Moulin Rouge…και της χαμογέλασε.
-Πέτρο αύριο θα είσαι καλά…
Η ξανθιά νοσοκόμα ήρθε να του αλλάξει τον ορό…..
Όταν έφυγε, ο Πέτρος της έγραψε δυό λέξεις στο σημειωματάριο του,  έσκισε το φύλλο, της έδωσε ένα φιλί και  μια λέξη: Σαγαπώ.
      Κ.Τ






 



Διάλογος από το «Μεσάνυχτα στο Παρίσι»




Χέμινγουεϊ: - Ποτέ δε γράφεις καλά, αν φοβάσαι το θάνατο. Εσύ;
Πέντερ: - Ναι, φοβάμαι... Θα έλεγα ότι είναι ο μεγαλύτερος φόβος μου.
Χέμινγουεϊ: - Είναι κάτι που το έχουν βιώσει πολλοί πριν από σένα, κι όλοι θα το βιώσουν.
Πέντερ: - Το ξέρω, το ξέρω...
Χέμινγουεϊ: - Έχεις κάνει ποτέ έρωτα με κάποια πραγματικά σπουδαία γυναίκα;
Πέντερ: - Για την ακρίβεια, η μνηστή μου είναι πολύ σέξι.
Χέμινγουεϊ: - Και, όταν κάνετε έρωτα, νιώθεις τόσο αληθινό και όμορφο πάθος που, τουλάχιστον,
εκείνη τη στιγμή σού φεύγει ο φόβος του θανάτου;
Πέντερ: - Όχι, αυτό δε συμβαίνει.
Χέμινγουεϊ: - Πιστεύω ότι ο αληθινός κι αυθεντικός έρωτας σε ανακουφίζει από το θάνατο. Η δειλία προέρχεται από το να μην αγαπάς ή να μην αγαπάς καλά, που είναι το ίδιο. Όταν ο άντρας ο γενναίος κι αυθεντικός κοιτάξει κατά πρόσωπο το θάνατο σαν κάποιους κυνηγούς ρινόκερων που ξέρω ή σαν τον Μπελμόντε που ήταν πραγματικά γενναίος είναι γιατί αγαπούν με τόσο πάθος, που βγάζουν το θάνατο από τη σκέψη τους. Μέχρι να επιστρέψει, όπως γίνεται σε όλους τους ανθρώπους. Και τότε, πρέπει να κάνεις και πάλι καλό έρωτα. Σκέψου το.

Διάλογος από το «Μεσάνυχτα στο Παρίσι»... Τι απόλαυση!
 
 

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

τα γέλια του κόσμου...Χριστούγεννα


Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει....


"Στους εθνικούς σου δρόμους λάστιχα σκασμένα και ζώα σκοτωμένα.
Στου κράτους σου τους νόμους όνειρα κλεμμένα, χαρτιά σημαδεμένα.
Πολίτες δίχως πόλη, οπλίτες δίχως βόλι,
οι λίγοι ψυχωμένοι κι οι άλλοι ξοφλημένο.ι

Πού 'ναι το φως σου το κρυμμένο, αυτό που χρόνια περιμένω;
Εσύ που λες πως δεν πεθαίνεις μόνο για λίγο ξαποσταίνεις.
Άντε, κουνήσου και νυχτώνει κι έχουμε μείνει πάλι μόνοι.

Τα μαγικά σου βράδια σκουπίδια και ρημάδια, σκυλάδικα, σκοτάδια.
Της ψήφου τα στραβάδια, του γήπεδου κοπάδια σου κλέβουνε τα χάδια.
Αρχαία μεγαλεία, ερείπια, σχολεία,
τα αγάλματα σωπαίνουν κι οι ποιητές πεθαίνουν....

Πού 'ναι το φως σου το κρυμμένο, αυτό που χρόνια περιμένω;
Εσύ που λες πως δεν πεθαίνεις μόνο για λίγο ξαποσταίνεις.
Άντε, κουνήσου και νυχτώνει κι έχουμε μείνει πάλι μόνοι.
Και μη μου πεις ξανά ποιος φταίει κι έχουμε μείνει τελευταίοι."

στίχοι μουσική ερμηνεία  ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΝΔΡΕΟΥ



https://www.facebook.com/photo.php?v=261794267217009  (εναι το παραπανω βιντεο μου, αλλα το you tube το απεκλεισε προς το εξωτερικο)
και μ αυτο που εφτιαξα ετσι στα γρηγορα,
να σας ευχηθω χαρουμενα Χριστουγεννα ...

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

ΦΩΣ στο σκοτάδι...



Το ΜΠΛΕ χρώμα ....
το χρώμα της μελαγχολίας!
Ο φοβος του θανάτου αρχικά, ο σεβασμός στην αξία των ανθρώπινων σχέσεων στην συνέχεια!
Δεν απαρνιέσαι ποτέ κάτι που αξίζει πολλά!
Οι ανθρωποι είναι οι αγγελιοφόροι των μηνυμάτων.. οι ανθρωποι φεύγουν τα μηνύματα όμως δεν χάνονται ποτέ!


O λα ανεκτίμητα Αγάπη μου
Ό ταν ενώνονται δυο ψυχές
Ό πως ενώνονται δυο φωτιές
Για να φωτίσουν τα σκοτάδια..
Όπως παλεύουν δυό μαχαίρια...

Νυχτερινές αναπολήσεις

Είσαι ένα δίκοπο μαχαίρι
Κι εγώ το θηκάρι σου
Εφαρμόζεις μέσα μου
Δεν με κόβεις, δεν σε σφίγγω
Γίνεσαι ακίνδυνη
Αν και πάντα ετοιμοπόλεμη
Είμαι ένα δίκοπο μαχαίρι
Κι εσύ το θηκάρι μου
Εφαρμόζω μέσα σου
Δεν σε κόβω, δεν με σφίγγεις
Γίνομαι ακίνδυνος
Αν και πάντα ετοιμοπόλεμος
Είμαστε δυο μαχαίρια
Που διασταυρώθηκαν κι έγιναν δίκοπα
Μα σαν στοιχειωμένες πτυσσόμενες
Μπάμπουσκες, πότε το ’να
Γίνεται θήκη, πότε τ’ άλλο

Αγαθοκλής Αζέλης, Εωθινές επιγνώσεις






  

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

με την ΕΛΠΙΔΑ να ξαναγεννηθούμε σαν ΑΝΘΡΩΠΟΙ...

Η μυγδαλιά
Κώστας Καρυωτάκης

Έχει στον κήπο μου μια μυγδαλιά φυτρώσει
κι είν' έτσι τρυφερή που μόλις ανασαίνει·
μα η κάθε μέρα, η κάθε αυγή τηνε μαραίνει
και τη χαρά του ανθού της δε θα μου δώσει.

Κι αλίμονό μου! εγώ της έχω αγάπη τόση...
Κάθε πρωί κοντά της πάω και γονατίζω
και με νεράκι και με δάκρυα την ποτίζω
τη μυγδαλιά που 'χει στον κήπο μου φυτρώσει.

Αχ, της ζωούλας της το ψέμα θα τελειώσει·
όσα δεν έχουν πέσει, θα της πέσουν φύλλα
και τα κλαράκια της θε ν' απομείνουν ξύλα.
Την άνοιξη του ανθού της δε θα μου δώσει
Κι όμως εγώ ο φτωχός της είχ' αγάπη τόση...



απο την ταινια ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΚΥΚΝΟΥ

(μουσική ερμηνεία Λουκάς Θάνος)
http://vimeo.com/33678216

http://odosoutopias.blogspot.com/2011/12/blog-post.html



Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Α Γ Α Π Η


O Kieslowski δημιούργησε 3 ταινιες "Trois couleurs" ( τρία χρώματα την Μπλε, την Λευκή, την Κόκκινη ταινία. Στην τα τρία αυτα χρώματα είναι οι Λωρίδες της Γαλλικής σημαίας... επίσης παραπέμπουν στο γαλλικό τρίπτυχο ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα.)
Ο Ύμνος της Αγάπης

Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμι. και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι. Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει. είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονται. είτε γλώσσαι παύσονται. είτε γνώσις καταργηθήσεται. εκ μέρους δε γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν. όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται. ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην. ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου. βλέπομεν γαρ άρτι δι΄εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον. άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην. νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα. μείζων δε τούτων η αγάπη.

(Απ. Παύλου Α' Κορ.ιγ)





Aκόμα κι αν ήξερα να μιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων μα και των αγγέλων, χωρίς όμως να έχω αγάπη, θα είχα γίνει χαλκός που βγάζει σκέτους ήχους ή τύμπανο που δημιουργεί μόνο φασαρία. Kι αν είχα το χάρισμα της προφητείας και κατανοούσα όλα τα μυστήρια και κατείχα όλη τη γνώση, κι αν είχα όλη την πίστη, έτσι που να μετατοπίζω βουνά, χωρίς όμως να έχω αγάπη, θα ήμουν ένα τίποτε. Kι αν ακόμα διάνεμα όλα τα υπάρχοντά μου για να θρέψω τους πεινασμένους, κι αν παρέδιδα το σώμα μου να καεί στη φωτιά, χωρίς όμως να έχω αγάπη, δε θα με είχε ωφελήσει σε τίποτε.

H αγάπη μακροθυμεί, επιζητάει το καλό. H αγάπη δε φθονεί.

H αγάπη δεν καυχησιολογεί, δεν αλαζονεύεται, δε φέρεται άπρεπα, δεν κυνηγάει το δικό της συμφέρον, δεν κυριεύεται από θυμό, δεν κρατά λογαριασμό για το κακό που της κάνουν, δε χαίρεται για την αδικία, αλλά μετέχει στη χαρά για την επικράτηση της αλήθειας. Όλα τα καλύπτει, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει.

H αγάπη ποτέ δεν ξεπέφτει. Eνώ τα άλλα, είτε προφητείες είναι αυτές, θα καταργηθούν, είτε γλώσσες είναι, θα πάψουν, είτε γνώση, θα καταργηθεί. Γιατί μόνο ως ένα βαθμό γνωρίζουμε και ως ένα βαθμό προφητεύουμε. Mα όταν έρθει το τέλειο, τότε το ατελές θα καταργηθεί.

Παιδάκι όταν ήμουνα, σαν παιδάκι μιλούσα, σαν παιδάκι σκεφτόμουν, σαν παιδάκι έβγαζα συμπεράσματα. Mα όταν έγινα άντρας, σταμάτησα να σκέφτομαι και να ενεργώ σαν παιδάκι. Γιατί, πραγματικά, τώρα βλέπουμε απροσδιόριστα σαν σε θαμπό καθρέφτη. Tότε όμως θα δούμε πρόσωπο με πρόσωπο. Tώρα γνωρίζω μονάχα ως ένα βαθμό, τότε όμως θα γνωρίσω τέλεια, όπως ακριβώς με έχει γνωρίσει ο Θεός.

Aυτά, λοιπόν, που μένουν τελικά, είναι η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Aυτά τα τρία, με κορυφαία τους, όμως, την αγάπη.

Απο τα Αρχαία στα Νέα Ελληνικά

Αν μπορώ να λαλώ όλες τις γλώσ­σες των ανθρώπων, ακόμα και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη για τους άλ­λους, οι λόγοι μου ακούγονται σαν ήχος χάλκινης καμπάνας ή σαν κυμβάλου αλαλαγμός. Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα κατέχω τα μυστήρια κι όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη, έτσι που να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα. Κι αν ακόμα μοιράσω στους φτωχούς όλα μου τα υπάρχοντα, κι αν παρα­δώσω στη φωτιά το σώμα μου για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, σε τίποτα δε μ' ωφε­λεί.

Εκείνος που αγαπάει έχει μακροθυμία, έχει και καλοσύνη· εκείνος που αγαπάει δε ζηλοφθονεί εκείνος που αγαπάει δεν κομπάζει ούτε περηφανεύεται είναι ευπρε­πής, δεν είναι εγωιστής ούτε ευερέθιστος· ξεχνάει το κακό που του έχουν κάνει. Δε χαίρεται για το στραβό που γίνεται, αλλά με­τέχει στη χαρά για το σωστό. Εκείνος που αγαπάει, όλα τα ανέχεται σε όλα εμπιστεύ­εται, για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει.

Ποτέ η αγάπη δε θα πάψει να υπάρχει. Τα θεία μηνύματα των προφητών κάποτε δε θα υπάρχουν πια η γλωσσολαλία θα πάψει θα σταματήσει η γνώση των μυστηρίων του θεού. Γιατί και η γνώση μας και η προφη­τεία μας περιορίζονται μονάχα σ' ένα μέρος της αλήθειας. Όταν όμως το τέλειο που περιμένουμε θα 'ρθεί, τότε το μερικό θα πάψει να υπάρχει.

Μικρό παιδί όταν ήμουν, σαν μικρό παιδί μιλούσα, αισθανόμουν και σκεφτόμουν. Άντρας πια όταν έγινα, κατήργησα τους τρόπους του μικρού παιδιού Αλήθεια, τώ­ρα βλέπουμε τα πράγματα θαμπά, σαν μέσα από μεταλλικό καθρέφτη τότε όμως πρό­σωπο με πρόσωπο θα δούμε το θεό. Τώρα γνωρίζω μόνο ένα μέρος, τότε όμως θα γνωρίσω με πληρότητα, όπως και ο θεός μ' έχει γνωρίσει.

Θα μείνουν τελικά για πάντα αυτά τα τρία: η πίστη, η ελπίδα κι η αγάπη. Και απ' αυτά, το πιο σπουδαίο είναι η αγάπη.

το χρώμα μπλε είναι για την γαλλική λογοτεχνία μετα το 1789, για τους νατουραλιστές δηλαδή, το χρώμα της μελαγχολίας! ο φοβος του θανάτου αρχικά, ο σεβασμός στην αξία των ανθρώπινων σχέσεων στην συνέχεια! δεν απαρνιέσαι ποτέ κάτι που αξίζει πολλά!
οι ανθρωποι είναι οι αγγελιοφόροι των μηνυμάτων.. οι ανθρωποι φεύγουν τα μηνύματα όμως δεν χάνονται ποτέ!




















Ένα συνηθισμένο απόγευμα


Ένα συνηθισμένο απόγευμα

Άρχισε να νυχτώνει όταν ξύπνησα.
Με πήρε ο ύπνος μέσα στις αβάσταχτες σκέψεις του μεσημεριού.
Η αυτοκτονία ενός σαραντάρη γείτονα. Για χρέη. Ο πιο ηλίθιος θάνατος. Σε μια χρεοκοπημένη χώρα. Μιλάμε για σκοινί, στο σπίτι του κρεμασμένου.
Ο Ηλίας ήταν νοικοκύρης όμως. Όλα τα είχε τακτοποιημένα στη ζωή του. Κληρονόμησε απ’ τον πατέρα του το σπίτι που έμεινε, την πίστη στην πατρίδα και την οικογένεια, καλός Χριστιανός και καλός Νεοδημοκράτης. Σπούδασε λογιστικά και ήταν Ολυμπιακός. Η μόνη του τρέλα ήταν τα αυτοκίνητα και το ποδόσφαιρο. Τελευταία είχε μια κόκκινη άλφα ρομέο και την έλεγε μπέμπα.
Ο Ηλίας κεφάτος πάντα. Δούλευε στην Άλφα Επενδυτική. Αφήνει  την γυναίκα του και δυό ανήλικα παιδιά , έγραφε η τοπική εφημερίδα.
Χθες πήγα στην κηδεία του. Θρήνος. H πουτάνα η τράπεζα. Αυτή τον σκότωσε, έβριζε ο αδελφός του. Ο Ηλίας είχε πάρει δάνειο, για το εξοχικό του. Τα τελευταία δυό χρόνια ήρθαν τα πάνω κάτω. Η Καίτη, η γυναίκα του έμεινε άνεργη, όταν χρεοκόπησε η τεχνική ΑΕ που δούλευε. Οι Επενδύσεις δεν πήγαιναν καλά- της Επενδυτικής Άλφα και τα λογιστικά έμοιαζαν βάρκα στο γιαλό.
Ο Ηλίας δεν άντεχε να χρωστάει και να μην μπορεί να πληρώσει. Περίμενε τις εκλογές να ψηφίσει τον Σαμαρά. Πίστευε ότι έλεγε κατά λέξη, τον Σαμαρά. Δεν άντεξε όμως, ούτε να περιμένει. Αυτοκτόνησε.
Πάει και ο Ηλίας.
Με πήρε ο ύπνος με ένα θλιμμένο αχ. Κι ένα γιατί.
Τι παράδοξο. Ξύπνησα μετά από μια ώρα βαθύ ύπνο, ανάλαφρος. Λες και δεν είχα κανένα βάρος στην πλάτη μου.
Έκανα καφέ και βγήκα στη βεράντα. Για τσιγάρο.
Όλα έμοιαζαν ήρεμα. Η μέρα άρχισε να παίρνει το χρώμα της χαρμολύπης. Οι οδηγοί είχαν ανάψει τα μικρά φώτα. Δυό μικρά σκυλάκια έπαιζαν παιχνιδιάρικα στο διπλανό οικόπεδο. Μια μηχανή μεγάλου κυβισμού γκάζωνε μπροστά μου. Χάθηκε στο βάθος του δρόμου.
Μπήκα ξανά στο σπίτι. Θα φτιάξω κορμό, είπα στη γυναίκα μου. Θέλω να κάνω κάτι που δεν ξαναέκανα. Πήρα το μίξερ του φραπέ να χτυπήσω τα υλικά. Το μίξερ σκάλωσε, μετά από δυό στροφές. Άστο μου είπε, δεν γίνονται έτσι τα γλυκά.
Πήρε το μεγάλο μίξερ. Ο κορμός είναι στο ψυγείο.
Είμαι ξανά στη βεράντα. Σκέφτομαι ξανά. Τον κορμό της δικιάς μου ζωής.
Ένα δάσος από οξιές. Σκοτεινιά μέσα του. Και πάνω ο ήλιος να λάμπει. Αχτίδες. Ηλιαχτίδες να το τρυπάνε. Την λένε ηλιαχτίδα, διαβάζω στον κορμό ενός δέντρου. Χαράγματα, χαράματα.
Το δεύτερο πρόγραμμα έπαιζε ένα αγαπημένο μου τραγούδι. Το άκουγα απ’ το ανοιχτό παράθυρο.

Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της
και συ να λείπεις.
Να 'ρχονται οι άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα
και συ να λείπεις.
Να 'ρχονται τα κορίτσια στο παγκάκι του κήπου
με χρωματιστά φορέματα
και συ να λείπεις.

Ένα ανθισμένο δέντρο να σκύβει στο νερό,
πολλές σημαίες να ανεμίζουν στα μπαλκόνια
να λένε δυνατά τη λέξη "σύντροφος"
και συ να λείπεις.
Σκέψου δυο χέρια να σφίγγονται
και σένα να σου λείπουν τα χέρια.
Δυο κορμιά να παίρνουνται και συ να κοιμάσαι
κάτω από το χώμα.

Και τα κουμπιά του σακακιού σου
να αντέχουν πιότερο από σένα κάτω απ' το χώμα
κι η σφαίρα η σφηνωμένη στην καρδιά σου να μη λιώνει,
όταν η καρδιά σου που τόσο αγάπησε τον κόσμο θα 'χει λιώσει.

Σκέφθηκα τον Ηλία πάλι. Κρίμα είπα . Θα ήθελα να του το χαρίσω.
Αλλά ποτέ δεν θέλησε.
Ήρθα στον υπολογιστή. Άρχισα να πατάω στην τύχη τα πλήκτρα….

Η πρώτη λέξη ήταν Σ αγαπώ.
K.T.

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Διάλεξε!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!


Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Πρώτη εκτέλεση: Χορωδία


Δουλειά και χαμαλίκι
και βρώμα κι απλυσιά
μαζεύτηκαν οι λύκοι
να μπουν στην εκκλησιά.

Κοιμάμαι στο χαλίκι
χορταίνω από βρισιά
και μ' έχει σαν σκουλήκι
του κόσμου η μπαμπεσιά.

Πού θα πάμε, πού θα πάμε
τι θα φάμε τι θα φάμε;
Έκλεψα μια λαμαρίνα
με ζεστή-ζεστή φαρίνα.

Σώπα σώπα, σώπα σώπα,
δε μου το 'πες δε σου το 'πα
πάψε πάψε, πάψε πάψε
κι ό,τι βρεις μπροστά σου χάψε.







"Δεν θα ξαναδείς ένα φλιτζάνι καφέ με τον ίδιο τρόπο ξανά .....

Μία νεαρή γυναίκα πήγε στη μητέρα της και της μίλησε για τη ζωή της και πως τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για εκείνη. Δεν ήξερε πώς να φτιάξει τα πράγματα και ήθελε να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια, να τα παρατήσει. Είχε κουραστεί να προσπαθεί και να παλεύει. Της φαινόταν πως μόλις λυνόταν ένα πρόβλημα, ένα άλλο νέο προέκυπτε.

Η μητέρα της την πήγε στην κουζίνα. Γέμισε τρία δοχεία με νερό και έβαλε το καθένα σε δυνατή φωτιά. Γρήγορα το νερό στα δοχεία άρχισε να βράζει.
Στο πρώτο δοχείο έβαλε καρότα, στο δεύτερο έβαλε αυγά, και στο τελευταίο έβαλε κόκκους καφέ. Τα άφησε λίγο να βράσουν, χωρίς να πει ούτε μια λέξη.

Περίπου σε είκοσι λεπτά έκλεισε τα μάτια της κουζίνας.
Έβγαλε τα καρότα έξω απ΄το νερό και τα έβαλε σ'ένα μπωλ.
Έβγαλε τα αυγά έξω και τα έβαλε σ'ένα μπωλ.
Μετά έβγαλε τον καφέ έξω και τον έβαλε σε ένα φλιτζάνι.
Γυρνώντας στην κόρη της την ρώτησε: "πες μου τι βλέπεις".

"Καρότα, αυγά και καφέ", της απάντησε η κόρη.
Η μητέρα της την έφερε πιο κοντά και της ζήτησε να αγγίξει τα καρότα.
Το έκανε και παρατήρησε ότι ήταν μαλακά.
Μετά η μητέρα ζήτησε απ΄την κόρη της να πάρει ένα αυγό και να το σπάσει.
Αφού έβγαλε τα τσόφλια, παρατήρησε ότι το αυγό ήταν σφιχτό.
Στο τέλος, η μητέρα ζήτησε απ΄την κόρη της να πιει μια γουλιά απ΄τον καφέ.
Η κόρη χαμογέλασε καθώς μύρισε το πλούσιο άρωμά του.
Μετά η κόρη ρώτησε: "τι σημαίνουν όλα αυτά μητέρα;".

Η μητέρα της της εξήγησε ότι το καθένα απ΄αυτά τα διαφορετικά αντικείμενα είχε αντιμετωπίσει τις ίδιες συνθήκες, δηλαδή βραστό νερό.

Το καθένα όμως αντέδρασε διαφορετικά.
Το καρότο αρχικά μπήκε μέσα στο νερό δυνατό και σκληρό. Εντούτοις, εφόσον τοποθετήθηκε στο βραστό νερό, μαλάκωσε και έγινε αδύναμο.
Το αυγό ήταν εύθραυστο. Το λεπτό εξωτερικό του περίβλημα είχε προστατέψει το υγρό εσωτερικό του, αλλά μετά την τοποθέτησή του σε βραστό νερό, το εσωτερικό του σκλήρυνε.

Όμως οι κόκκοι του καφέ ήταν μοναδικοί. Μετά την τοποθέτησή τους σε βραστό νερό, άλλαξαν το νερό.
"Ποιο απ΄αυτά είσαι εσύ;" ρώτησε την κόρη της.
"Όταν η δυσκολία χτυπάει την πόρτα σου, πώς ανταποκρίνεσαι;" Είσαι καρότο, αυγό ή κόκκος καφέ;"

Σκέψου το λίγο: Τι απ΄αυτά είσαι εσύ;
Είσαι το καρότο που φαίνεται δυνατό, αλλά με τον πόνο και τις δυσκολίες λυγίζεις και μαλακώνεις και χάνεις τη δύναμή σου;

Είσαι το αυγό που ξεκινάει με μαλακή καρδιά, αλλά αλλάζει με τη θερμότητα; Μήπως είχες "υγρό" πνεύμα, αλλά μετά από έναν θάνατο, έναν χωρισμό, μία οικονομική δυσκολία ή μια άλλη δοκιμασία σκλήρυνες;
Μήπως το περίβλημά σου μοιάζει το ίδιο, αλλά μέσα σου έχεις πίκρα και σκληράδα, με σκληρό πνεύμα και σκληρή καρδιά;

Ή μήπως είσαι σαν τον κόκκο του καφέ; Ο κόκκος στην πραγματικότητα αλλάζει το καυτό νερό, δηλαδή τις ίδιες τις συνθήκες που προκαλούν τον πόνο. Όταν το νερό ζεσταίνεται, απελευθερώνει το άρωμα και τη γεύση του.

Εάν είσαι σαν τους κόκκους του καφέ, όταν τα πράγματα δεν είναι στα καλύτερά τους, εσύ γίνεσαι καλύτερος και αλλάζεις την κατάσταση γύρω σου.

Όταν δεν είναι και η καλύτερη στιγμή και οι δοκιμασίες σε συναντούν, ανυψώνεις τον εαυτό σου σε άλλο επίπεδο; Πώς αντιμετωπίζεις τις αντιξοότητες; Είσαι καρότο, αυγό ή κόκκος καφέ;

Ελπίζω να έχεις αρκετή ευτυχία για να σε κάνει γλυκό, αρκετές δοκιμασίες για να σε κάνουν δυνατό, αρκετή λύπη για να παραμείνεις ανθρώπινος και αρκετή ελπίδα
για να σε κάνει ευτυχισμένο.

Οι ευτυχέστεροι των ανθρώπων δεν έχουν απαραιτήτως τα καλύτερα απ΄όλα.
Απλώς κάνουν το καλύτερο που μπορούν με αυτά που τους συμβαίνουν στη διαδρομή τους. Το λαμπρότερο μέλλον πάντοτε θα βασίζεται σε ένα ξεχασμένο παρελθόν. Δεν μπορείς να προχωρήσεις στη ζωή μέχρι ν΄αφήσεις πίσω τις αποτυχίες σου και τους πόνους σου. Όταν γεννήθηκες έκλαιγες και όλοι γύρω σου χαμογελούσαν. Ζήσε τη ζωή σου έτσι ώστε στο τέλος εσύ να είσαι αυτός που θα χαμογελά και όλοι γύρω σου θα κλαίνε."
(Μια ιστορία που βρήκα σε πολλά μλοκς στο διαδύκτιο, αλλά δεν γνωρίζω το δημιουργό της)

αντιθέσεις

ΑΝΟΙΞΗ,η γεννα,"χιλιαδων χρωματων"....σαν ψευτικα σου μοιαζουν..
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ,η ξεγνοιασια, βεγγαλικα, θαλασσα λατρεμενη, με Ο λα τα ηλιοβασιλεματα να σου θυμιζουν κεινο το ανεκπληρωτο....
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ, μελαγχολια του Σεπτεμβρη, ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΥΝΝΕΦΑ στο καβαλετο του ζωγραφου ο πιο ομορφος πινακας..να τον θαυμαζεις...
και κεινο κει το βλεμμα του σκυλου ...η αγαπη, που αργησε μια μερα, γιατι ξεχαστηκε η ΦΥΣΗ...
κοιτας εκεινα κει τα καγκελα της γεφυρας και αναρωτιεσαι -υπαρχει τροπος για την απεναντι τη πεερα οχθη?
ΧΕΙΜΩΝΑΣ, η αδεια παιδικη χαρα δεν εχει ουτε εναν τοσο δα χιοναθρωπο , που κρυφτηκαν οι παιδικες φωνουλες?
ΠΟΥ ΠΗΓΑΝ ΟΛΑ ΑΥΤΑ?
γιατι η ζωη εχαθει?
............
φευγιω?
....τα ΤΡΕΝΑ παντα ειχαν τη ΦΥΓΗ , τα ΠΛΟΙΑ το ταξιδι....

σκεψεις...σκεψεις ...
Τουνελ η πορεια μας...σαν βλεπεις ΟΛΗ την ασχημια...και τη συγκρινεις αθελα σου με την ομορφια,
κοιτα εκεινο το πιθηκακι πως αγκαλιαζει το διαφορετικο!
δεν ειναι απλο?
Πως φθασαμε ως εδω?
ΠΕΙΝΑ-ΚΑΤΟΧΗ του χθες και του σημερα...
στα σωθικα μας στεκεται το γκριζο...
δεν νοσταλγεις...ΦΟΒΑΣΑΙ μην ερθουν μερες σαν και κεινες..
εικονες στροβυλιζονται με ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ....
Κουτσουρα συρματοπλεγματα παντου!
Ενα παζλ μαυροασπρου ελληνικου κινηματογραφου που σαν βρεις τα εγχρωμα κομματια, κομματιαζεσαι και αφηνεσαι στον παραπονιαρικο ηχο του βιολιου....

ολα γυριζουν..και καταληγεις,
στην αναγκαστικη προσγειωση της ΣΤΑΣΙΜΗΣ ΛΙΜΝΗΣ με ενα τεραστιο γ ι α τ ι...????

"Μα μ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι.. Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο"
λεει ο Λειβαδιτης...
χωρις την εγκαταλειψη ...
Υπαρχει ΕΛΠΙΔΑ!
κει που οι ανθρωποι ειναι ενα με τη ΦΥΣΗ μακρια απο τουτη τη πολη που καταβαθος τη λατρευεις...γιατι μεσα της, κατασαρκα, εχουν απλωσει οι ριζες σου, δεν θελεις να τις κοψεις!
......
Δυο γλαστρες με γερανια
στο βαθος απεραντο γαλαζιο
το γελιο ενος παιδιου...
υπαρχει ελπιδα?
ποτε δεν ξερεις και ας ξερεις!
Χαμογελω σαν τουτον εδω το σπορο...γιατι ετσι πρεπει...
αυτος σε τιποτα δεν εφταιξε!








Υ.Γ.
ENA KΕΡΑΣΜΑ, από το μπλοκ του Ρηγα...

http://rigasili.blogspot.com/2010/04/albert-lamorisse-le-ballon-rouge-1956.html

Πάτα πάνω στην Ανάσα... και απόλαυσε ένα ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ  για μικρούς και μεγάλους...

Ανάσα...

http://vimeo.com/15187075



'LE BALLON ROUGE".   "Το κόκκινο μπαλόνι "είναι μια μαγική ιστορία για τη φιλία ανάμεσα σε ένα μικρό αγόρι και ένα μπαλόνι, με φόντο το Παρίσι της δεκαετίας του 1950. Ένα αγόρι, καθώς τριγυρίζει στους δρόμους, βρίσκει ένα κόκκινο μπαλόνι δεμένο σε έναν στύλο. Από εκείνη τη στιγμή το μπαλόνι ακολουθεί το παιδί στους δρόμους του Παρισιού, προκαλώντας έκπληξη σε όλη τη γειτονιά αλλά και τη και ζήλια των φίλων του...

"Το κόκκινο μπαλόνι" που σκηνοθέτησε το 1956 ο Αλμπέρ Λαμορίς, διακρίθηκε την ίδια χρονιά με το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και έναν χρόνο αργότερα με το βραβείο Σεναρίου στα βραβεία Oscar. Εκτός από την αναγνώριση και την εξαιρετική υποδοχή που έτυχε η ταινία από τους κριτικούς, είχε και εξαιρετικά εμπορική πορεία όπου κι αν προβλήθηκε. "Το κόκκινο μπαλόνι "είναι μια ταινία που έχουν λατρέψει πολλές γενιές παιδιών σε ολόκληρο τον κόσμο με πρωτοποριακά οπτικά εφφέ για την εποχή του.  

Ένα Παρίσι βγαλμένο, λες εξ ολοκλήρου, μέσα από τις σελίδες του παραμυθιού, μεταφέρει το θεατή σε έναν άλλο χρόνο και τόπο, που όλα είναι δυνατά, τίποτα δεν προκαλεί τον ορθολογισμό μας. Πρωταγωνιστής, το κόκκινο μπαλόνι,  το μόνο ζωηρό, το μόνο έντονο αντικείμενο σε ένα κόσμο μουντό, άγευστο, μουχλιασμένο. Εκφραστής μιας στάσης ζωής, μιας οπτικής γωνίας, που λίγα χρόνια μετά, με τον Μάη του '68, θα σαρώσει την Γαλλία, αλλά θα σφραγίσει και την πορεία πολλών κινημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Μέσα σε μια κοινωνία που λειτουργεί με αδράνεια, μονοτονία, ποτισμένη με συντηρητικά αντανακλαστικά, με μια αρρωστημένη επιθετικότητα σε οτιδήποτε ξεφεύγει από τον συνηθισμένο μέσο όρο, η ανιδιοτελής φιλία του μικρού Pascal με το κόκκινο μπαλόνι φαντάζει ξένη, απροσάρμοστη και άρα καταδικαστέα. 

Δεν χρειάζονται τα λόγια που πολλές φορές παραπλανούν. Η κίνηση του μπαλονιού, το παράσυρμα του από τον αέρα, η συμπεριφορά του, ο ερωτισμός του ακόμα, η επιβεβαίωση μιας μοναδικής προσωπικότητας έλκουν το αγόρι. Και το μπαλόνι όμως έλκεται από την τρυφερότητα, την ανθρωπιά, το δόσιμο του μικρού του φίλου.  Πάνω στην τεντωμένη από το φούσκωμα γυαλιστερή επιφάνεια του καθρεφτίζεται ολόκληρη η κοινωνία με τα στραβά και ανάποδα της. Και ο μικρός Pascal, το παιδί που όλοι κρύβουμε μέσα μας, αλλά καταπιέζουμε και δεν βγαίνει ποτέ στην επιφάνεια, γοητεύεται από τον καινούργιο φίλο του. Η σχέση τους όμως προκαλεί. Η ισότιμη φιλία τους ερεθίζει τον περίγυρο. Απορρίπτεται, γιατί δεν γίνεται κατανοητή και πρέπει να σπάσει. Χτυπημένο από την σφεντόνα το μπαλόνι ψυχορραγεί. Σουρώνει, παύει να αντανακλά το φως. Διαλύεται κάτω από την μπότα της καθημερινότητας, της άχαρης, πεζής ζωής. Εσκεμμένα σταματώ εδώ. Ο Albert Lamorisse επιφυλάσσει για τον Pascal αλλά και για όλους μας μια ευχάριστη έκπληξη, που θα ήταν άδικο, να την χαλάσω πρόωρα. Ιδιαίτερη αναφορά χρειάζεται στην μουσική του Maurice Leroux


 .-.-.-.


Η παρουσίαση της ταινίας είναι συρραφή από σχόλια που είχα βρει στο διαδίκτυο. Δυστυχώς δεν είχα κρατήσει τις ιστοσελίδες που τα είχα βρει...

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

ΝΟΕΜΒΡΗΣ 1973 - ΝΟΕΜΒΡΗΣ 2011




ΝΟΕΜΒΡΗΣ 1973 – ΝΟΕΜΒΡΗΣ 2011
38 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ..
Λες και ήταν σήμερα..
Οι μνήμες ζωντανεύουν 38 χρόνια μετά, και η φωνή της τότε σπουδάζουσας και εργαζόμενης νεολαίας μας σκαλίζει τις μνήμες..
ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ – ΕΔΩ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ..
Σας μιλά ο σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων..
Φωνή αντίστασης και πάλης..
Φωνή αμφισβήτησης κι ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης, της χούντας των συνταγματαρχών, του παρα-πολιτισμού, του ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ, της λαομίσητης δικτατορίας των ανθρωπίσκων..
Σημάδι ανεξίτηλο για κάθε ανήσυχο και ελεύθερο άνθρωπο, σταθμός κι αφετηρία ταυτόχρονα της νεολαίας και του λαού μας..
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΕΝ ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ, ΜΑ ΚΑΤΑΧΤΙΕΤΑΙ..
Στους δρόμους, στα πεζοδρόμια, στα οδοφράγματα..
Και οι νέοι μας, οι τότε νέοι μας, ενωμένοι μέσα στη διαφορετικότητά και την αθωότητα τους, άοπλοι μα ψυχωμένοι, βγήκαν στους δρόμους τραγουδώντας για το Δίκιο και τη Λευτεριά, για τον Πολιτισμό, την Παιδεία, τη Δημοκρατία..
Άμεση Δημοκρατία το όραμά τους, και σύμβολό τους η Ελευθερία, η Δικαιοσύνη, η Αλληλεγγύη, η Ισότητα..
Αναφορά και πρόταση τους, ένα άλλο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, που να ικανοποιεί τις ριζικές ανάγκες των ανθρώπων και να στηρίζεται στην κοινωνική αυτοοργάνωση και αυτενέργεια..
Ο Νοέμβρης ‘73 ήταν γιορτή, ανατροπή, αγώνας..
Ήταν πάλη, εξέγερση, αμφισβήτηση..
Ήταν Έρωτας και Ποίηση..
Τα συνθήματα και τα οράματα της γενιάς του Πολυτεχνείου είναι διαχρονικά, σημείο αναφοράς και φάρος φωτεινός πού μας δείχνει το δρόμο για το σήμερα..
Για το πορφυρό, ποθητό κι εξεγερμένο μέλλον..
Για τα Πολυτεχνεία πού έρχονται…
Τιμώντας σήμερα το ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, τιμώντας τον ΝΟΕΜΒΡΗ ΄73, την τότε σπουδάζουσα και εργαζόμενη νεολαία, ας ταράξουμε τα λιμνάζοντα νερά του εφησυχασμού και της απάθειας..
Ας σταθούμε σήμερα απέναντι στη Χούντα των Τροϊκανών, των τραπεζών, των αγορών και των πλουσίων..
Απέναντι στην πολιτική αλητεία που μας κυβερνά κι έχει απλώσει την καταχνιά στην πατρίδα μας, στην κοινωνία, στους συμπολίτες μας..
Απέναντι στην τρομοκρατία της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της βαρβαρότητας..
Αρνούμενοι να "πειστούμε" από την πλύση εγκεφάλου των Μ.Μ.Ε. που μας θέλουν πολίτες αποχαυνωμένους, ανενεργούς και πειθήνιους..
Αρνούμενοι να κλείσουμε το στόμα μας απέναντι σε όλους αυτούς που προσπαθούν να μας χειραγωγήσουν, πλασάροντας το σόφισμα ότι η εξουσία τους είναι νομοτέλεια..
Αρνούμενοι να μένουμε απαθείς και αμέτοχοι στη συστηματική υποβάθμιση της καθημερινής ζωής μας, στην περιβαλλοντική και οικολογική καταστροφή, στα μεταλλαγμένα τρόφιμα, “στην αισθητική τρομοκρατία” και στη λοβοτομή της σκέψης και των συναισθημάτων μας..
Αρνούμενοι να στα¬ματήσουμε να ονειρευόμαστε μια κοινωνία δίκαιη, ελεύθερη, αμεσο-δημοκρατική..
Γιατί για μας η Πολιτική και Κοινωνική ένταξη, η συμμετοχή και η αλληλεγγύη είναι πάνω απ’ είναι στάση ζωής..
Είναι το δικαίωμα στην ελπίδα, στο ταξίδι, στο όνειρο, στη ζωή..
Το φτάνει πιά και το ja basta..
Και το γεμάτο πάθος φιλί των ερωτευμένων στα οδοφράγματα..
ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ και αναγκαίος..
Κατά των πολιτικών επιλογών πού κάνει τους φτωχούς φτωχότερους, κατά της ανεργίας και της ακρίβειας, κατά της περιστολής και συρρίκνωσης των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, κατά της κρατικής καταστολής και της τρομολαγνοίας..
Ένας κόσμος χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς πολέμους και επεμβάσεις, χωρίς φυλετικές, εθνικές και θρησκευτικές διακρίσεις, χωρίς παγκόσμιους χωροφύλακες και διευθυντήρια, ένας κόσμος πολυεθνικός και πολυπολιτισμικός, που να χωράει πολλούς κόσμους..
Εμείς ως εργαζόμενοι, ως οργανικό και αναπόσπαστο κομμάτι του γενικότερου κινήματος κοινωνικής κριτικής και αντίστασης, στεκόμαστε σήμερα, απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό, στον καπιταλισμό και την παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου, θεωρώντας ότι το δικαίωμα στη διαφορά μπορεί να ασκηθεί ουσιαστικά μόνο σε συνθήκες "ίσης ελευθερίας" και "ελεύθερης ισότητας" και πιστεύοντας ότι ένα άλλο μοντέλο εναλλακτικής κοινωνικής οργάνωσης δεν μπορεί να είναι τίποτα λιγότερο από την κοινωνία στην οποία η ισότητα εξασφαλίζει την ελευθέρία και η ελευθερία εγγυάται την ισότητα..
Αν το δικαίωμα στο Όνειρο, τείνει στους χαλεπούς καιρούς μας, να γίνει “ποινικό αδίκημα”, τότε ας το διαπράξουμε όλοι μαζί..
«Όταν ο Λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυρανίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα»..
Για να πάρουν, επιτέλους, όπως μας λέει ο ποιητής, τα “όνειρα εκδίκηση”..
ΨΩΜΙ, ΠΑΙΔΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΧΟΥΝΤΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΤΟ ’73..
ΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΖΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΝΕΟΥΣ ΜΑΖΙΚΟΥΣ, ΜΑΧΗΤΙΚΟΥΣ ΚΙ ΕΝΩΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ..

T.T.