έχε το νου σου στο παιδί..




Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

21 του Μάη 2014

"θα τραβήξεις μια φωτογραφία με αστερια;"
 ">
«Σ' εκείνους που μέσα σε θυελλώδεις νύχτες εξεγέρσεων ψάχνουν για ένα φεγγάρι παιδικό, στις θάλασσες που δε θα ταξιδέψουμε, στα μονοπάτια που περπατήσαμε ερωτευμένοι κι ίσως να μην ξαναγυρίσαμε από τότε, στις καλαμποκιές όταν τις λούζει το φεγγάρι, στην αλληλογραφία ενός αγγέλου μ' ένα παιδί.
Και καμιά φορά ενώ είμαι μόνος στην κάμαρα κρύβω τα λίγα χρήματά μου για να μπαίνει πιο άφοβα από το παράθυρο το φως του φεγγαριού.
Τα βράδια, ιδιαίτερα όταν βρέχει, ο νους μου ταξιδεύει -πιο συχνά στα παιδικά μου χρόνια. Και τότε ξεπροβάλλει ο καθηγητής του βιολιού. Φορούσε μια ξεθωριασμένη ρεντικότα και μια περούκα μαδημένη -γελούσαμε μαζί του. Αλλά όταν μετά το μάθημα έμπαινε η μητέρα στην κάμαρα, για χάρη της ίσως, έπαιζε κάτι διαφορετικό -μια μελωδία ήρεμη και σοβαρή που μας έκανε να σοβαρευόμαστε κι εμείς άξαφνα, σα να μαντεύαμε αόριστα ότι στο βάθος η μουσική δεν είναι πάθος ή όνειρο, νοσταλγία ή ρεμβασμός, αλλά μια άλλη δικαιοσύνη.»
Τάσος Λειβαδίτης

Σε πελάγη μακρινά ταξιδεύαμε
με βοριά και με νοτιά
και τα λέγαμε.
Τώρα στο παράθυρο αγναντεύοντας
γέμισαν τα δυο μου μάτια θάλασσα.

Βράδιαζε, ξημέρωνε
πρίμα στον καιρό
και τραγούδια λέγαμε για το γυρισμό.
Τώρα στο παράθυρο αγναντεύοντας
γέμισαν τα δυο μου μάτια θάλασσα.



«Κι όταν κάποτε φύγω δε θα πάρω μαζί μου παρά λίγο βιολετί από το δειλινό κι ένα άστρο από κάποιο παραμύθι.»
Τ' άσπρα πουλιά πετάξανε
μέσα απ' τα δυο σου χέρια
στέλνεις μ' αυτά τον έρωτα
σ' απάτητα λημέρια.

Τ' άσπρα πουλιά χαθήκανε
στ' ορίζοντα την άκρη
μες στις φτερούγες τους κρατούν
ένα χαμένο δάκρυ.

Τ' άσπρα πουλιά δεν γύρισαν
πίσω στην αγκαλιά σου
αν είσαι μάνα κι αδελφή
αν είσαι η αγάπη του η μικρή
πνίξε τα δάκρυά σου.


..


..


«Φορές-φορές, την ώρα που βραδιάζει, έχω την αίσθηση πως έξω απ' τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης με τη γριά βαριά του αρκούδα με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο, ένα ερημικό σύννεφο σκόνη που θυμιάζει το σούρουπο και τα παιδιά έχουν γυρίσει σπίτια τους για το δείπνο και δεν τ' αφήνουν πια να βγουν έξω μόλο που πίσω απ' τους τοίχους μαντεύουν το περπάτημα της γριάς αρκούδας κι η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της, μην ξέροντας για πού και γιατί -έχει βαρύνει, δεν μπορεί πια να χορεύει στα πισινά της πόδια, δεν μπορεί να φοράει τη δαντελένια σκουφίτσα της να διασκεδάζει τα παιδιά, τους αργόσχολους, τους απαιτητικούς και το μόνο που θέλει είναι να πλαγιάσει στο χώμα αφήνοντας να την πατάνε στην κοιλιά, παίζοντας έτσι το τελευταίο παιχνίδι της, δείχνοντας την τρομερή της δύναμη για παραίτηση, την ανυπακοή της στα συμφέροντα των άλλων, στους κρίκους των χειλιών της, στην ανάγκη των δοντιών της, την ανυπακοή της στον πόνο και στη ζωή με τη σίγουρη συμμαχία του θανάτου -έστω κι ενός αργού θανάτου την τελική της ανυπακοή στο θάνατο με τη συνέχεια και τη γνώση της ζωής που ανηφοράει με γνώση και με πράξη πάνω απ' τη σκλαβιά της.
Μα ποιος μπορεί να παίξει ως το τέλος αυτό το παιχνίδι; Κι η αρκούδα σηκώνεται πάλι και πορεύεται υπακούοντας στο λουρί της, στους κρίκους της, στα δόντια της, χαμογελώντας με τα σκισμένα χείλια της στις πενταροδεκάρες που της ρίχνουνε τα ωραία κι ανυποψίαστα παιδιά, λέγοντας ευχαριστώ. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ, ευχαριστώ.
Άφησέ με να 'ρθω μαζί σου.»
Γιάννης Ρίτσος

Τα λόγια της αγάπης
αγόρασε ένας κάλπης
να τα 'χει όταν θέλει να γελά
και βλέπεις μια θυσία
με πόση αναισθησία
τη βάζει κάποιος να κατρακυλά.

Αυτά που λεν τις νύχτες
τα πήραν λωποδύτες
και τα 'ριξαν για πλάκα στο νερό
κι ακούς ένα πηγάδι
κρυφά ν' αναστενάζει
και λες μιλά η γη με το Θεό.

Αυτά που λεν οι ξένοι
και οι ερωτευμένοι
δεν είναι πια σκηνές του σινεμά
θυμίζουνε μαγεία
καρδιάς αιμορραγία
μα εσύ τα βλέπεις όλα μου φτηνά.

«Τώρα θα πέφτει απότομα το βράδυ. Άραγε φέγγει ακόμα ο ουρανός που βλέπαμε από το παράθυρο; Έλα λοιπόν... σκούπισε τα μάτια σου, μην κλαις. Μια μέρα θα ξαναβρεθούμε. Θ' αγοράσουμε ένα δικό μας γραμμόφωνο και θα το βάζουμε να παίζει όλη την ώρα. Θα κάτσουμε  στο παράθυρο κοντά-κοντά. Και τότε όλα τα βράδια κι όλα τ' άστρα κι όλα τα τραγούδια θα 'ναι δικά μας. Και θα 'ναι σα να μη χωρίσαμε ποτέ.
Κι όταν πεθάνουμε, αγαπημένη μου, εμείς δε θα πεθάνουμε. Αφού οι άνθρωποι θα κοιτάζουν το ίδιο αστέρι που κοιτάξαμε, αφού θα τραγουδάνε το ίδιο τραγούδι που αγαπήσαμε, αφού θα ανασαίνουν σ’ ένα κόσμο που εγώ κι εσύ ονειρευτήκαμε... τότε, αγαπημένη, θα 'μαστε πιο ζωντανοί από κάθε άλλη φορά.»
Τάσος Λειβαδίτης

Σαν ένα αστέρι που ταξιδεύει
και σε γυρεύει μες στ' άπειρο παντού
σαν ένα αστέρι μισοσβησμένο
σε περιμένω στη μέση τ' ουρανού.

Δεν έχει η νύχτα πικρή βροχή να κλάψει
φωτιά να κάψει τον έρημο ουρανό
και περιμένω να ξημερώσει
να ξαστερώσει το φως για να σε βρω.


"'Αρωμα...

Αυτό το άρωμα με πλημμυρίζει
Αυτό το κύμα με σπρώχνει στην ακτή
Δεν υπάρχουν ναυαγοί
Το κύμα θα μας οδηγήσει στη άκρη
Η θάλασσα είναι φίλη μας

Αν αφεθούμε στ' Ο νειρο της ζωής

Εικόνες που φωλιάζουν στο μυαλό του ανθρώπου
Μουσικές πανδαισίες από ένα νοσταλγικό παρελθόν
Το μυαλό τις κάνει συγκίνηση
Τα μάτια βλέπουν τον κόσμο ομορφότερο από ότι είναι

Έτσι γίνεται ο κόσμος καλύτερος."




Δυο ψυχές
Στην πόλη ναυαγοί
Ο καθένας θα 'χει τα προσωπικά του
Δυο ψυχές
Κι αν βρισκόμαστε τυχαία κάπου-κάπου
Θα ξεχνάμε πως μας δένει μια πληγή

Τι γίνεσαι, τι γίνεται
Έχεις αλλάξει
Τι γίνεσαι, τα νέα σου
Πως πάει η δουλειά
Χαθήκαμε, βρεθήκαμε
Όλα εντάξει
Μπορούμε να τα λέμε τυπικά

Δυο ψυχές
Που είχαν ενωθεί
Και μοιράστηκαν για λίγο ένα σώμα
Δυο ψυχές
Δυο ψυχές που θ αγαπιόντουσαν ακόμα
Μα σε λάθος ώρα είχανε βρεθεί
">

Θα 'ρθει μια μέρα που δε θα 'χουμε τι να πούμε
Θα καθόμαστε απέναντι και θα κοιταζόμαστε στα
μάτια
Η σιωπή μου θα λέει: πόσο είσαι όμορφη, μα δε βρίσκω άλλο τρόπο να σ' το πω
Θα ταξιδέψουμε κάπου, έτσι από ανία η για να πούμε πως κι εμείς ταξιδέψαμε.
Ο κόσμος ψάχνει σ' όλη του τη ζωή να βρει τουλάχιστον τον έρωτα, μα δε βρίσκει τίποτα.
Σκέφτομαι συχνά πως η ζωή μας είναι τόσο μικρή
που δεν αξίζει καν να την αρχίσει κανείς.
Απ' την Αθήνα θα πάω στο Μοντεβίδεο ίσως και
στη Σαγκάη' είναι κάτι κι αυτό δε μπορείς να
το αμφισβητήσεις.
Καπνίσαμε- θυμήσου-ατέλειωτα τσιγάρα
συζητώντας ένα βράδυ
-Ξεχνώ πάνω σε τι-κι είναι κρίμα γιατί ήταν τόσο
μα τόσο ενδιαφέρον.
Μια μέρα, ας ήτανε να φύγω μακριά σου αλλά κι
εκεί θα 'ρθεiς και θα με ζητήσεις
Δε μπορεί, Θε μου, να φύγει κανείς μονάχος του.
.................................................
Μανόλης Αναγνωστάκης

"Αυτό το εξωπραγματικό ταξίδι με συνεπήρε, καθώς δεν ήταν πια μια περιπέτεια επιστροφής η αναχώρησης, αλλά μια περιπέτεια καθόδου σε ανεξερεύνητα βάθη κι από κει ανόδου σε απρόσιτα ύψη. Και έπειτα με σαγήνεψε η εικόνα του κρατήρα ενός ηφαιστείου, αυτής της διατομής που, ξεκινώντας από τα σπλάχνα της Γης, προσπαθεί να φτάσει όσο πιο ψηλά γίνεται διαπερνώντας την επιφάνεια της.
Έτσι, ταξίδεψα νοερά και με την τέταρτη σχεδία, όχι πια από πάθος, από τρόμο η από ενθουσιασμό, όπως με τις άλλες, αλλά από μια παρόρμηση πιο επικίνδυνη απ 'όλες την περιέργεια. Από περιέργεια πλησίασα όσο μπορούσα για να δω από κοντά τη λαβα που χυνόταν από τον κρατήρα του Στρόμπολι' από περιέργεια σκαρφάλωσα ως το στόμιο του κεντρικού κρατήρα της Αίτνας κι έσκυψα να κοιτάξω μέσα' από περιέργεια έμπλεξα σ' ένα σωρό άλλες ιστορίες, πολύ πιο σοβαρές.
Πάντως, η αλήθεια είναι ότι σε πραγματική σχεδία δεν ανέβηκα ποτέ.
"

">
Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα,
να μη χορταίνω απ’ το βουνό ψηλά
στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά...
Κώστας Βάρναλης
Πίνακας: Laura Knight
Πόσο γουστάρω μια νύχτα να μην ξημερώσει σε μέρα η ένα βράδυ να μην κρυφτεί ο ήλιος ..δεν θα ξεχάσει μια φορά...πόσο γουστάρω τελικά μια ανατροπή...
 Σαν το διαμάντι το γυαλί μ' έχει χαράξει,
ήρθα και φεύγω μ' αδειανά τα δυο μου χέρια,
θέλει αστέρι μου ατέλειωτα νυχτέρια,
να γίνει η κάμπια χρυσαλίδα και μετάξι...



"Πενθώ τον ήλιο κ πενθώ τα χρόνια που έρχονται χωρίς εμάς κ τραγουδώ τ'άλλα πού πέρασαν εάν είναι αλήθεια.... έτσι μιλώ για σένα κ για μένα......"
">
πόσο γουστάρω νάρθει εκείνη η μέρα ...που ο κόσμος θα είναι ανθρώπινος και θα πορευόμαστε αγκαλιασμένοι στο όνειρο...
έναν ανθρώπινο κόσμο θέλουμε...ναι ..που θα πορευόμαστε αγκαλιασμένοι στο όνειρο, στη ζωή!!!ως τότε εμείς θα τραγουδάμε..
"> ">

"Το φεγγάρι παρακάλεσε το γυμνό δέντρο - άσε με να κουρνιάσω απόψε μέσα σου, έχω κουραστεί να κρέμομαι από τον ουρανό.
Δεν έχω φύλλωμα να σε προστατέψω από τα αδιάκριτα βλέμματα των ανθρώπων, είπε το γυμνό δέντρο.
Ω, δεν τους μπορώ τους ανθρώπους απάντησε το φεγγάρι. Κάθε βράδυ με κοιτούν με αυτό το ηλίθιο βλέμμα που οι ίδιοι αποκαλούν ονειροπόλο και με γεμίζουν ευθύνες για τα ηλίθια όνειρά τους. Κάποιοι θέλουν μάλιστα να με πιάσουν, κάποιοι άλλοι να με πάνε δώρο για να αποδείξουν πόσο αγαπούν. Ένας τους είπε κάποτε - ψιθύρισε τώρα το φεγγάρι - λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' αρέσαν. Εμένα όμως καμιά νύχτα δεν μου αρέσει κι αυτό γιατί τη νύχτα με βλέπουν οι άνθρωποι ... που .... κοιτάνε με τα δόντια -- το ομολόγησε ένας άλλος - κι εγώ φοβάμαι μη μου κόψουν καμιά δαγκωνιά να .... και δε μου μείνει τίποτε ειδικά όταν είμαι νεογέννητο ....
Έλα, βολέψου όπου μπορείς είπε το γυμνό δέντρο που συγκινήθηκε από τα πάθη του φεγγαριού. Έλα, εξάλλου έτσι γυμνό που είμαι κανένα πουλί δεν έρχεται να φωλιάσει.
Και το φεγγάρι πήγε και στριμώχτηκε ανάμεσα σε δυο κλαδιά του δέντρου και το δέντρο τέντωσε τα άλλα του κλαδιά σα χέρια για να αγκαλιάσει και να προστατέψει όπως μπορούσε το φεγγάρι."

Τα πάθη του φεγγαριού
marianepheli
">
"Αν δεν γίνεις ξανά μωρό, δεν φθάνεις στον Παραδεισο"
Κάποιος μου το πε, δεν θυμάμαι, για να με παρηγορήσει σαν έχασε τη μνήμη ο πατέρας...

">

"αγαπαω αληθινά τους πούστηδες και τους πρεζάκηδες, τους αλήτες και τους ανυπότακτους, τους μάγκες και τις πόρνες, όλους τους παρακατιανούς και τους παρατημένους, τους γέρους και τους ανήμπορους, τα παιδιά και τους πρόσφυγες και όσους χαμογελάνε αλήθειες και φτύνουν ψέματα. αγαπάω κι ε σ έ ν α που ποτέ σου δεν μου ζήτησες να σ'αγαπαω, μα το ήθελες και το αξίζεις κι ας μην έχεις όνομα, ούτε υπόσταση, ούτε τσιγάρο να κεράσεις. κι αγαπάω και μένα που μπορώ και αγαπάω όλους αυτούς"

">

Στην ουσία ήθελα να μιλήσω για τους λύκους...είμαι ένας μεγάλος φίλος των λύκων. Μ'αρέσει ο ωραίος τρόπος που περήφανα πηγαίνουν σε μια γωνιά και πεθαίνουν ήσυχα. Μιχάλης Ράπτης (Pamplo)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου