Μοναξιά
Εκείνο που σε τρομάζει απ' όλα περισσότερο, είναι η απάθεια, η αδιαφορία, η στεγανότητα, η στρογγυλοποίηση, η εκτόνωση με ένα χαμόγελο συμβατικότητας.
Μείναμε μοιραίοι και άβουλοι.
Όσοι καλά εβόλεψαν εαυτούς, κάνουν τώρα σαλάτες διαίτης.
Απέραντη φυλακή, η πόλη μου, ολόκληρη η χώρα μου.
Οι προστάτες, οι δυνάστες, οι φύλακες, οι δήμιοι, οι νόμοι, οι παρανόμοι. Η βία. Βία σωματική, βία ψυχολογική. Η Βία.
Το μίσος μέσα στη φυλακή, ποδοπατούμε τους αθώους, επιβραβεύουμε τους ενόχους, λαδώνουμε τους φύλακες, για μια ουσία ύλης.
Φτύνουμε τους άμοιρους μετανάστες στη χώρα μας, ενώ το ξέρουμε καλά ότι εμείς σπαταλήσαμε τη ζωή τους. Τα σκουπίδια του Δυτικού κόσμου, είναι το στερημένο ψωμί τους. Αποικιακοί πόλεμοι γεμάτο η ιστορία, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι ομοιοκαταληκτούν.
Κι εμείς;
Υποταγμένοι στο δικό μας σώμα, ένα σώμα χωρίς μάτια, χωρίς αυτιά, χωρίς συναίσθηση. Άτομα χωρίς κοινωνία. Μοναξιά.
Εκείνο που σε τρομάζει απ' όλα περισσότερο, είναι η απάθεια, η αδιαφορία, η στεγανότητα, η στρογγυλοποίηση, η εκτόνωση με ένα χαμόγελο συμβατικότητας.
Μείναμε μοιραίοι και άβουλοι.
Όσοι καλά εβόλεψαν εαυτούς, κάνουν τώρα σαλάτες διαίτης.
Απέραντη φυλακή, η πόλη μου, ολόκληρη η χώρα μου.
Οι προστάτες, οι δυνάστες, οι φύλακες, οι δήμιοι, οι νόμοι, οι παρανόμοι. Η βία. Βία σωματική, βία ψυχολογική. Η Βία.
Το μίσος μέσα στη φυλακή, ποδοπατούμε τους αθώους, επιβραβεύουμε τους ενόχους, λαδώνουμε τους φύλακες, για μια ουσία ύλης.
Φτύνουμε τους άμοιρους μετανάστες στη χώρα μας, ενώ το ξέρουμε καλά ότι εμείς σπαταλήσαμε τη ζωή τους. Τα σκουπίδια του Δυτικού κόσμου, είναι το στερημένο ψωμί τους. Αποικιακοί πόλεμοι γεμάτο η ιστορία, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι ομοιοκαταληκτούν.
Κι εμείς;
Υποταγμένοι στο δικό μας σώμα, ένα σώμα χωρίς μάτια, χωρίς αυτιά, χωρίς συναίσθηση. Άτομα χωρίς κοινωνία. Μοναξιά.
Ευάγγελε Φίλε μου…
Γι’ αυτό, γι’ αυτό συναντηθήκαμε.
Όταν οι ποιητές σιωπάν, όταν οι συγγραφείς κουλουριάζονται, όταν οι παντός είδους δάσκαλοι βολεύονται, ποιός αυτό τον επίπλαστο λαό θα εκφράσει, αν όχι ο αιχμηρός λόγος σου;
Ποιός πιο ψηλά θα σταθεί από τον βομβαρδισμένο πολίτη, που από τη μια η άγνοια και από την άλλη ο φόβος, τον έκαναν κομμάτια;
Ποιός θα ενώσει εμάς τους «ελεύθερους πολιορκημένους», όταν οι περισσότεροι απεγνωσμένα προσπαθούν να κρατηθούν από τους τυράννους;
Οι πόλεμοι σήμερα άλλαξαν μορφή, φάτσα κάρτα είχες τον Γερμανό φασίστα στην κατοχή, σήμερα η αόρατη τραπεζοκρατία σαν καρκίνωμα καταπίνει τους λαούς.
Κι όταν κανείς χτυπάει στο κέντρο, τον λένε τρομοκράτη, αναρχικό;
Αναλογίστηκαν ποτέ γιατί, οι γονυπετείς του οικοδομήματος τούτου, ότι αυτό το τέρας που εναγκαλίζονται θα τους καταπιεί και αυτούς και όλους μας;
Το ξέρω είναι δύσκολο να αλλάξεις γερασμένα μυαλά, αλλά ας στείλουμε μηνύματα στα νέα παιδιά.
Όσο καλός και να είναι ένας συγγραφέας, -μιλάμε για συγγραφείς που με το έργο τους έχουν λογοτεχνική αξία, όχι για τα παντός είδους εμπορικά γραπτά,- αν σωπαίνει στους καιρούς που ζούμε και αν με όλους θέλει να τα έχει καλά, ποια η αξία τότε;. Αυτοακυρώνεται στους καιρούς που ζούμε.
Βλέπω συγγραφείς να τρέχουν σαν άλογα να πουλήσουν τα βιβλία τους και άχνα δεν βγάζουν στο βόλεμά τους. Προς τι τότε η λογοτεχνία, προς τι τότε η τέχνη;
Η τέχνη όταν δεν μπορεί να δει τη δυστυχία δίπλα, όταν αγνοεί τον άνεργο, τον πεινασμένο, τον μη έχοντα στον ήλιο μοίρα μετανάστη, τα πανανθρώπινα ιδανικά που ξεχώρισαν τον άνθρωπο από τα ζώα,- τα ζώα που συνομοταξιακά δεν αλληλοσπαράσονται- αλλά δεν στάθηκαν ικανά να φτιάξουν Ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά τον Άνθρωπο- εμπόρευμα βλέπει, μόνο τα σαλόνια των επιτήδειων καλλωπίζει.
Το άδικο είναι ολοφάνερο δια γυμνού οφθαλμού, ο πόλεμος είναι εδώ, και με τις λέξεις και τις πράξεις, κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν τον βλέπει.
Γι’ αυτό δεν φτάνει η λατρεμένη ανάσα της ποίησης, θέλει σεντόρια φωνή τούτος ο κόσμος.
Γι’ αυτό μαζί σου θα φωνάξω:
Τα τίποτα διαβαίνουν και περνούν
σημαιοστόλιστα μπαλκόνια να θωρούν
μηδενικά θεόρατ’ αποδίδοντα τιμάς,
υμείς υμών υμίν υμάς,
ρέ ποιητή δέ μας γαμάς!!
Γι’ αυτό, γι’ αυτό συναντηθήκαμε.
Όταν οι ποιητές σιωπάν, όταν οι συγγραφείς κουλουριάζονται, όταν οι παντός είδους δάσκαλοι βολεύονται, ποιός αυτό τον επίπλαστο λαό θα εκφράσει, αν όχι ο αιχμηρός λόγος σου;
Ποιός πιο ψηλά θα σταθεί από τον βομβαρδισμένο πολίτη, που από τη μια η άγνοια και από την άλλη ο φόβος, τον έκαναν κομμάτια;
Ποιός θα ενώσει εμάς τους «ελεύθερους πολιορκημένους», όταν οι περισσότεροι απεγνωσμένα προσπαθούν να κρατηθούν από τους τυράννους;
Οι πόλεμοι σήμερα άλλαξαν μορφή, φάτσα κάρτα είχες τον Γερμανό φασίστα στην κατοχή, σήμερα η αόρατη τραπεζοκρατία σαν καρκίνωμα καταπίνει τους λαούς.
Κι όταν κανείς χτυπάει στο κέντρο, τον λένε τρομοκράτη, αναρχικό;
Αναλογίστηκαν ποτέ γιατί, οι γονυπετείς του οικοδομήματος τούτου, ότι αυτό το τέρας που εναγκαλίζονται θα τους καταπιεί και αυτούς και όλους μας;
Το ξέρω είναι δύσκολο να αλλάξεις γερασμένα μυαλά, αλλά ας στείλουμε μηνύματα στα νέα παιδιά.
Όσο καλός και να είναι ένας συγγραφέας, -μιλάμε για συγγραφείς που με το έργο τους έχουν λογοτεχνική αξία, όχι για τα παντός είδους εμπορικά γραπτά,- αν σωπαίνει στους καιρούς που ζούμε και αν με όλους θέλει να τα έχει καλά, ποια η αξία τότε;. Αυτοακυρώνεται στους καιρούς που ζούμε.
Βλέπω συγγραφείς να τρέχουν σαν άλογα να πουλήσουν τα βιβλία τους και άχνα δεν βγάζουν στο βόλεμά τους. Προς τι τότε η λογοτεχνία, προς τι τότε η τέχνη;
Η τέχνη όταν δεν μπορεί να δει τη δυστυχία δίπλα, όταν αγνοεί τον άνεργο, τον πεινασμένο, τον μη έχοντα στον ήλιο μοίρα μετανάστη, τα πανανθρώπινα ιδανικά που ξεχώρισαν τον άνθρωπο από τα ζώα,- τα ζώα που συνομοταξιακά δεν αλληλοσπαράσονται- αλλά δεν στάθηκαν ικανά να φτιάξουν Ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά τον Άνθρωπο- εμπόρευμα βλέπει, μόνο τα σαλόνια των επιτήδειων καλλωπίζει.
Το άδικο είναι ολοφάνερο δια γυμνού οφθαλμού, ο πόλεμος είναι εδώ, και με τις λέξεις και τις πράξεις, κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν τον βλέπει.
Γι’ αυτό δεν φτάνει η λατρεμένη ανάσα της ποίησης, θέλει σεντόρια φωνή τούτος ο κόσμος.
Γι’ αυτό μαζί σου θα φωνάξω:
Τα τίποτα διαβαίνουν και περνούν
σημαιοστόλιστα μπαλκόνια να θωρούν
μηδενικά θεόρατ’ αποδίδοντα τιμάς,
υμείς υμών υμίν υμάς,
ρέ ποιητή δέ μας γαμάς!!
Η σιωπή των τίποτα!
Κι όταν με το καλό θα ρθείςστην άλλη μορφή της λογικής
ρωγμές δακρύων καταπιείς
κι αποκαίδια της ποικίλης γης,
όρθωσε τ’ ανάστημά σου,
βάλε μπρος τα χωρατά σου
μην αποκάμουν τ’ αχαμνά σου.
Αυτό που ζεις στο ποτάμι της σιωπής
δέν τό ‘πε μήτε σοφός μήτε πιοτής·
τό ‘γραψε ένας Φανφάρας· ποιητής.
Κακομοίρη· μήν το χάψεις και πνιγείς
και πεθαμένο σου πουν κατόπιν εορτής,
σου τά ‘ψαλλε ένας πρώην, ήττων Ηρακλής!
Κι αν ήταν νά ‘χεις γλώσσα να φωνείς
θα λέν νά ένας λόγιος παπαρδελής,
ποιητόρος κι ουραίος κουιρουκλής.
Ετούτος είν’ ένας καριόλης γιαλατζής,
σταλινικός, βέρος κομμουνιστής.
-Η ποίηση είναι πάντα, της σιωπής.
Τί ψάχνεις με την τέχνη σου να βρείς
σε τούτο το ντουνιά της ταφικής σιωπής;
Αφουγκράσου της σιωπούσας ακοής
κι ονοματίσου λαθραίος ξακουστής!
Λάθρα ‘πό δώ, χέρια ‘πό κεί,
ιδανικός λαθρόχειρας γενού και σύ,
λαθροθηρεύων την ακουστική
επί χειρολακτούντων, γιώτα χί.
Τα τίποτα διαβαίνουν και περνούν
σημαιοστόλιστα μπαλκόνια να θωρούν
μηδενικά θεόρατ’ αποδίδοντα τιμάς,
υμείς υμών υμίν υμάς,
ρέ ποιητή δέ μας γαμάς!!
Ευάγγελος Γιαννελάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου