έχε το νου σου στο παιδί..




Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

ΠΑΤΕΡΑ μου ΕΣΥ..17 Mαρτίου 1926 - 11 Μαρτίου 2014





Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη....


Παιδάκι , με το καίκι  και το δασάκι του στον ώμο για τον Πειραιά, θάταν δεν θάταν δεκαξι..
Σαν πάτησε στεριά ,
«Ξέρετε πώς θα πάω στο θείο μου το Γιάννη που μένει στα Πετράλωνα;»
Σε μια παράγκα με ελενίτ , ο θείος ο Γιάννης στέγαζε κι άλλα παιδιά από τη Μονή , καλός άνθρωπος , κοιμόντουσαν κατάχαμα , φρόντιζε να τους βρει δουλειά , η καλή του η γυναίκα μαγείρευε φαί για Όλους , καθάριζε τα ρούχα τους στη σκάφη.
Πούλαγε όλες τις κονσέρβες στο Μοναστηράκι ο μικρός Λάμπρος , στα σβέλτα και με θάρρος σ αυτή,  την πρώτη του δουλειά!
«Θείε ..» τον ρώτησε μια μέρα. «Γιατί όλοι με κοιτούν παράξενα στα πόδια;»
«Αύριο , με τα πρώτα σου λεφτά , θα πάμε να σου αγοράσω κάτι.. κι έτσι δεν θα σε ξανακοιτάξουν!»
Παπούτσια !!
‘Ηταν η πρώτη του αγορά , στη δεύτερη.. από  ένα ζευγάρι "σκαρπίνια" για τις αδελφές του,   που είχαν μείνει στο χωριό με τα άλλα του τ αδέλφια και πόσο καμάρωναν για δαύτα, σαν πήγαιναν τις Κυριακές στην εκκλησία..
Εσωτερικός μετανάστης από τη Μονή της Νάξου στην Αθήνα!
Μαζί με τον πρώτο του ξάδελφο -
μου διηγιόταν-  ένα δυό χρόνια  μετά,  έφτιαξαν ένα ξύλινο καρότσι , έβαλαν ρόδες, έτοιμος ο πάγκος να πουλούν ντομάτες!
Δεν είχαν άδεια,(1948)  μικροπωλητές και ο «κυρ αστυνόμος» κρυφά,  να μην δείχνει και τη βία του στον κόσμο  μες την αγορά, μαύρο τουκανε  το κορμάκι του από τις τσιμπιές , σαν τον πλησίαζε πολύ κοντά και τουλεγε ,
-«μη βγάλεις άχνα..»
-«μη, μη.. πονάω..»
-« σκάσε και δίνε του» .
Μια μέρα  πούχε πουλήσει  όλες τις ντομάτες και  στον πάγκο είχαν μείνει δυό τρεις λιωμένες , πήρε το μάτι του Λάμπρου τον «κυρ-πολισμάνο» να στέκεται στην στάση του τραμ , καμαρωτός καμαρωτός με τη μουστάκα του και το πηλίκιο του.
Παίρνει τις λιωμένες ντομάτες από την καρότσα ,
«θα του τις πετάξω»,  λέει στον ξάδελφο (τον είχε άχτι για τις μελανιές)
και «βζιιιιιν !!!» του τις πετά με δύναμη, βρίσκοντας  στόχο το πηλίκιο του και αφού βάζουν τη ρόδα της καρότσας πάνω στις ράγες του τραμ, όπου φύγει φύγει για τα Πετράλωνα!!
-«Σας πρόλαβε μπαμπά;; » … γελώντας τον ρωτούσα
-«μα , ίντα αστεία είναι αυτά που λες; …και ναχανε περιπολικό, που δεν είχανε  τότες, ούτε αυτό δεν θα μπορούσε,  από την ταχύτητα που βάλαμε,  μαζί με την καρότσα ντε πάνω στις ράγες του τραμ, τα πόδια μας φτερώσανε. Δεν τόπαμε στο Θείο»



Μεγάλωνε δουλεύοντας σκληρά , μ  ένα γραμμόφωνο στο χέρι μοίραζε ξεγνοιασιά , μέσα στις παρέες ..







Όμορφος πολύ , ερωτευμένος με τη Ροδούλα του από τη Μονή,  (που κι αυτή εσωτερική  μετανάστρια,  δούλευε σε σπίτι στα βόρεια προάστια) .
Τα ραντεβού τους αραιά, σε ποια ζαχαροπλαστεία ..;
..Παγκάκι , (κάνανε οικονομία) - πάντα με την αδελφή της Δέσποινα τη μεγαλύτερη- ΠΟΤΕ ΜΟΝΟΙ,    (δεν είχε μπεί βλέπεις στεφάνι ακόμα, κέρβερος το Δεσποινιώ τα χρόνια εκείνα) κι ο Λάμπρος με  πορτοκάλια φουσκωμένες τις τσέπες  του σακακιού του από τα δέντρα του δρόμου ..να,  κέρασμα για γλυκό!
..






Την παντρεύτηκε την αγαπημένη του Ροδούλα. Μια γκαζιέρα το μοναδικό δώρο στο γάμο τους..





Σιδερένια σκάφη για πλύσιμο κάθε Σαββάτο, ξυλόσομπα, νερό από τα πηγάδι του κήπου η Ροδούλα να τραβά, αντί για πόρτες κουρελούδες στην αρχή και μια κουκλίτσα πάνινη με πελεκημένο ξύλο για κεφάλι και μαλλιά από μαλί πλεξίματος,  η μοναδική μου κούκλα φταγμένη από Κείνον!!
Τη θυμάμαι, μακάρι να την είχα..


κοίτα πως την κρατώ εδώ,  μαζί με τη μαμά και τ αδέλφια της..

....και το σπιτάκι μας με τις χελιδονοφωλιές και  με τα διήμερα γλέντια κάθε Λαμπρή,  την ημέρα της γιορτής του..
η Γενναδίου κάποτε..
..
Ένα δύο τρία δεκατρία , πόσα σπιτάκια εδώ στον τόπο που μεγάλωσα..όλοι τον πρωτομάστορα Λάμπρο θέλανε,  γιατί ήταν τίμιος εργατικός, αγαπούσε αυτό που έκανε.




Πρώτος στα γλέντια πατερούλη μου , άσε με να σου γράφω, μουπαν πως τελειώνεις…
..

Εσύ μέκανες κι αγάπησα  το Συρτό…  το Μπάλο….
Έξω καρδιά,  ψυχούλα μου..
Εσύ μ έκανες κι αγάπησα τον τόπο που γεννήθηκες,  ΠΟΥ ΛΑΤΡΕΥΕΣ ,  το όμορφο χωριό σου τη Μονή , εσύ και τη βεγγέρα ΜΑΣ..
Καημό που αρρώστησε η γυναίκα σου, να την αφήσεις μόνη , έστω για μια βδομάδα δεν το άντεχες , έτσι να πας και να φιλήσεις  τα χωραφάκια των γονιών σου , που από μικρούλα μουδειχνες ..
” Ρένα , τρέχει , τρέχει το νερό στο αυλάκι τρέχουμε και μεις  να το προλάβουμε να ξεδιψάσουνε τα δέντρα…»
Αργότερα, στα εγγονάκια Σου..



Πατερούλη μου, φέτος στο χωριό, με ρώτησαν   τι κάνεις……
Κάθε χρόνο με ρωτούν..
Μου λένε οι παλιοί για τον αγώνα που κάνατε για νάχει το χωριό νερό (τα ήξερα , τους άκουγα)
και γω πάλι για σένανε , ΚΑΜΑΡΩΝΑ!

Θυμάμαι πόσα ατέλειωτα βιβλία του Συλλόγου, με τίτλο «Η ΜΟΝΗ» είχες πουλήσει..
Δραστήριος πάντα , αγαπημένε μου πατέρα..

Θυμάμαι πριν τη κρίση,  καλοκαίρια στο χωριό  σε κείνα τα ατέλειωτα ξενύχτια της παρέας , -ΕΣΥ εδώ στην Αθήνα,  φύλακας άγγελος της Ροδούλας σου- εγώ εκεί έξω στο «ΠΕΥΚΟ» του μικρού σου αδελφού .....  ν απαγγέλει ο Μιχάλης,  το περίφημο ποίημα σου και να γελάμε..με αγάπη
..
Καλέ μου πατέρα...


..
Θυμάμαι που μας έβαζες μέσα  στο φιατάκι , μας πήγαινες εκδρομές τις Κυριακές , σε γλέντια στου Ψυρρή.. στις θάλασσες …που έβγαλες το χέρι κάτω από την κοιλιά και μουπες…"νάτο νάτο κολυμπά το κοριτσάκι μου!!"
..



..

Θυμάμαι που μας έπαιρνες στις διαδηλώσεις και απ  τη χαρά σου,  σαν έφηβος έκανες,  όταν  έπεσε η  Χούντα..

..

Θυμάμαι πολλά πατέρα μου, όλα ΜΑΣ  τα θυμάμαι..
..όπως και το χαμόγελο ΣΟΥ..
που σου είπα, ότι ο Νίκος φέτος το Νοέμβρη με πήγε στη Μελιτίνα και σκαρφάλωσα και είδα αυτά που από παιδί είχα να δω, τότε που με πήγαινες ΕΣΥ..
και στο Λημνιώνα , με τις ελιές  Σου  με τον  Κώστα  και τη Ντίνα ..

Δεν φτάνουνε σελίδες για να γράψω, δεν θέλω άλλο τίποτα να πω...
..





Πάει καιρός που τα ματάκια σου "σκοτάδι βλέπουν"..
Δεν αντέχω έτσι, να βλέπω το Λεβέντη μου..
.. εγώ τον κλόουν , να σου βάζω με τ ακουστικά την όμορφη Βεγγέρα ,.. του χωριού μου τα σοκάκια  είναι με πολλά σκαλάκια ..ήθελα νάμουν στο χωριό ...την τραγιασκα χαμηλώνεις..
.......
-Σου αρέσουν μπαμπά μου........;
Μια κίνηση ΣΟΥ μόνο προς τα κάτω το κεφαλάκι ..ίσα ίσα που διέκρινα ...
...
-'Ακου άκου το βιολί μπαμπά μου..
...και εγώ η τάχα μου θαρραλέα,  πήγαινα πιο κει ...θαρρώντας  πως έτρεχα ΜΑΖΙ ΣΟΥ , "τσαλαπατούσα μεσ το νερό στο αυλάκι" ..και τραγουδούσα....
..................
.. μη κλαις πουλί μου ...μη κλαις ..
.................



Πατέρα μου …ησύχασε, κοιμήσου Εσύ ..μακάρι να πίστευα πως θα ξανασυντηθούμε..

Πατέρα μου , δεν κλαίω γιατί έκανες τον κύκλο της Ζωής με ΛΕΒΕΝΤΙΑ και φεύγεις ..
Πατέρα μου κλαίω ….γιατί κοντά στο τέλος σου,  βασανίστηκες τόσο πολύ ψυχή μου..... και δεν το  ΑΞΙΖΕΣ.. σε κανέναν δεν αξιζει..
...
Θα σβήσω από τη μνήμη μου αυτή τη κραυγούλα που σαν πληγωμένο ζωάκι έβγαζες …
ανήμπορος να εξηγήσεις …πόναγες, φοβόσουνα…ήθελες να πεις κάτι..;
..
και θα κρατήσω

τη Δύναμη Σου και το πείσμα Σου σε κάθε δυσκολία

το Γέλιο Σου..

τις δοξαριές Σου..

 Θα σου μιλώ μέσα απ τα δέντρα σου στη γειτονιά μας.........
και ΕΣΥ..........κι ΕΣΥ ......  θα μου κλείνεις ευχαριστημένος  το ένα σου ματάκι…
ε, πατέρα μου..;
...........................

Θα την προσέχω τη Ροδούλα Σου..
Τη  Ντόντο μας , την αδελφή μου.... που σαν πατέρας της
σε κοίταζε στα μάτια..

Κοντά σε ο,τι αγάπησες και εγώ από κοντά..

Λατρεμένε μου

ΠΑΤΕΡΑ  .....

ΠΑΤΕΡΑ μου ΕΣΥ..
Σ ευχαριστώ..



















 





....
Μπαμπά μου.....
ο Κώστας μας  τρέμει μη χάσει
το κομπολογάκι που του χάρισες...
και
ο Χάρης μας  τότε που έκλεινες τα 86 ...
σου είχε αφιερώσει....
...

"Η ζωή δεν είναι παίξε-γέλασε...
Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά,
όπως, να πούμε, κάνει ο σκίουρος,

δίχως απ' όξω, ή από πέρα, να προσμένεις τίποτα!
Δε θα'χεις άλλο πάρεξ μοναχά να ζεις.

Η ζωή δεν είναι παίξε-γέλασε...
Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά,
τόσο μα τόσο σοβαρά,
που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος σ'έναν τοίχο,
με τα χέρια σου δεμένα...
Ή, μέσα στ' αργαστήρι,
με λευκή μπλούζα και μαύρα ματογυάλια,
θε να πεθάνεις, για να ζήσουνε οι ανθρώποι.
Οι ανθρώποι, που ποτέ δε θα'χεις δει το πρόσωπό τους!
Και θα πεθάνεις ξέροντας καλά,
πως τίποτα πιο ωραίο,
τίποτα πιο αληθινό,
απ'τη ζωή δεν είναι!

Πρέπει να τηνε πάρεις σοβαρά,
τόσο μα τόσο σοβαρά,
που θα φυτεύεις, σα να πούμε, ελιές ακόμα στα εβδομήντα σου!
Όχι καθόλου για να μείνουν στα παιδιά σου,
μα έτσι, γιατί το θάνατο δε θα τονε πιστεύεις,
όσο κι αν τον φοβάσαι!
Μα έτσι, γιατί η ζωή θε να βαραίνει πιότερο στη ζυγαριά!

.-.-.-.



- στον πατέρα μου που προχθές έκλεισε τα 86 του κι ακόμα φυτεύει δέντρα...
"


">



στο καλό..  αγαπημένε μας πατέρα ..
..........................................................






">

ΠΑΤΕΡΑ μου ΕΣΥ..17 Mαρτίου 1926 - 11 Μαρτίου 2014
..



μην κλαις, πουλί μου, μην κλαις, πουλί μου.........................................................
..
">




......................

14 Mαρτίου 2014
..Μπαμπά μου ο Χάρης μας έκατσε στη Ροδούλα Σου..
εκεί κοντά Σου ήταν όμως..
.....
Σου χαμογελούσα ..  με είδες...;
....
Άκουσες το τελευταίο τραγούδι που Σου είπε ο Κώστας μας...;
......
"...όσοι είναι παλληκάρια την ζωή τους την περνούν στις σκαλωσιές... ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ, ΠΑΛΛΗΚΑΡΙ ΜΑΣ ΜΑΣΤΡΟ-ΛΑΜΠΡΟ
...το σιγοτραδούσες πατέρα, καλή αντάμωση..."
.........
">






17 Μαρτίου 2014
Μπαμπά μου..
έγραψα στους φίλους μου κι ας έγινα ρεζίλι..

"Συμπτώσεις να σε τρελαίνουν:
Αν ζούσε ο πατέρας μου σήμερα θα γινόταν 88 χρονών.
Μάζεψα λουλουδάκια ανοιξιάτικα , αγόρασα δυό 8αρια κεράκια από το ζαχαροπλαστείο και είπα να πάω να του βάλω κανά νησιώτικο από κείνα που ακούγαμε μαζί τελευταία..
Στον τάφο , έτσι για μένα πιο πολύ..από το you tube μεσω τηλεφώνου..
Του άφησα και ένα σημείωμα ανάμεσα στα κρινάκια τους βασιλικούς και τα ζουμπούλια που μοσχοβόλαγαν, ΚΗΠΟ από το ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ...
Γύρισα καθησύχασα το θολωμένο μυαλό της μάνας μου, μιλούσα με την υπέροχη Ντόντο μου στο σαλόνι κι έβαλα τη τσάντα στον ώμο ν ανέβω σπίτι μου. 'Εριξα μια τελευταία ματιά στη φωτογραφία του πατέρα μου
-που βρίσκεται στο τραπεζάκι του σαλονιού μαζί με ένα ποτηράκι του κρασιού με λάδι και φλόγα που θ ανάβει λέει η Ντόντο μου για 40 μέρες επειδή κατά την πίστη της, τόσο θα κάνει να φύγει η ψυχή του. Δεν την κοροιδεύω για να μη της χαλάσω το χατήρι , την αφήνω να κάνει, να λέει..-
και χαμογελώντας Του λέω:
" Eντάξει μπάρμπα Λάμπρο, τ άκουσες τα τραγουδάκια σου, ευχαριστημένος...;"
Και τότε ακούγεται ένα κρααακ και σπάει το ποτήρι με το λάδι και τη φλόγα..
"Σου μίλησε ..!!!!!!!!!!!!" μου φωνάξε η Ντόντο..
Σύμπτωση Ντοντάκι μου, σύμπτωση ..με ψυχραιμία εγω..

Πήγα , έδωσα ένα φιλάκι σε μια συκιά του από τις πολλές που έχει φυτεμένες εδώ εξω , έβγαλα "την ανοιξούλα" φωτο κι η ζωή συνεχίζεται...

ΥΓ Έτσι , ήθελα να μοιραστώ μαζί ΣΑΣ ...την ΣΥΜΠΤΩΣΗ!!"


































































6 σχόλια:

  1. Εξαιρετικό αφιέρωμα Ρένα μου για τον Θείο μου και Πατέρα σου! Εύχομαι να μπορεί και Εκείνος να μας βλέπει και να μας "προσέχει" όλους μας από ψηλά! Και σου λέω και κάτι...! Ένα όνειρο που είδα βγήκε αληθινό...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ρένα, συγκλονιστικό αυτό που έγραψες για τον λατρεμένο πατέρα σου! Αγγιξε την ψυχή μου. Ειμαι σίγουρη ότι θα σας καμαρώνει και από κεί πάνω!
    Ωραίοι άνθρωποι, σημαντικοί άνθρωποι, ακριβοί άνθρωποι. Καλό του ταξίδι του μαστρο-Λάμπρου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Πολύ συγκινητικό Ρένα. Να είστε όλοι καλά και να τον θυμάστε όπως εσείς επιθυμείτε και του άξιζε. Φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Μαρίνα, Αντονέτα ,,,μέσα από την καρδιά μου ...ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ρενάκι μου υπέροχο αφιέρωμα!τρυφερό κι ανθρώπινο σαν κι εσένα καλή μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή